17 Ιανουαρίου 2021

Το βιβλίο της εβδομάδας (σε δύο μέρη): «μικροΜέγα Κολοκοτρωνέικο» και «Το αποδέλοιπο Κολοκοτρωνέικο», του Νίκου Δ. Πλατή, από τις Εκδόσεις των Συναδέλφων

Διαβάζοντας το Κολοκοτρωνέικο, πέραν των αμιγώς επαναστατικών «ρεπορτάζ», ο αναγνώστης έχει πρόσβαση και σε πλήθος «λεπτομερειών» που η επίσημη ιστορία αποσιωπά εκ συστήματος, όπως λόγου χάρη:

  • Ότι στη Λευκάδα (Santa Maura), λίγο πριν την έκρηξη της Επανάστασης, κυκλοφορούσε ένας καουμπόης με την παραδοσιακή στολή του (καπέλο αλά Τζον Γουέιν, μπότες με σπιρούνια κτλ.).
  • Ότι στα 1824, όταν ο λόρδος Μπάιρον εγκαταστάθηκε στην Κεφαλονιά ως «τουρίστας», ακολούθησε επακριβώς το… παραδοσιακό  παιδοφιλικό πρόγραμμα (όπως γράφει η βιογράφος του Βύρωνα Μπενίτα Άισνερ) που «προσέφερε» η νήσος σ’ εκείνους που είχαν το πουγκί με τους απαιτούμενους παράδες· ξεναγός δε του ρομαντικού Άγγλου ποιητή ο γνωστός μας εθνικός ήρως Ανδρούτσος. 
  • Ότι ο Ιμπραήμ διέδιδε πως ο Κολοκοτρώνης δεν αξίζει ούτε μία πρέζα ταμπάκο και πως ο Κολοκοτρώνης από τη μεριά του τον καλούσε να παλέψουν (σε μονομαχία).
  • Ότι ο Καποδίστριας δεν ήταν Έλληνας, αλλά ένας ελληνοποιημένος αριστοκράτης Βενετζάνος (Βενετσιάνος).
  • Ότι ο προαναφερόμενος Καποδίστριας είχε σκεφθεί να εποικήσει την Ελλάδα με Ελβετούς χωρικούς.• Ότι η παροιμία «Ήρθαν τα άγρια να διώξουν τα ήμερα» στα απομνημονεύματα του Κολοκοτρώνη παρουσιάζεται παντελώς αντεστραμμένη, διέπεται από το δίκαιο των αγρίων και ουχί το αντίθετο: «τα ήμερα δεν θα διώξουν τα άγρια, όλα φεύγουν, ο σπουργίτης πάντοτε μένει». Που πάει να πει πως από τότε (1821) μέχρι και σήμερα πολλά άλλαξαν, ακόμη και η σημασία των παροιμιών…


Το δεύτερο μέρος από το ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΕΪΚΟ, κοινώς καλούμενο το αποδέλοιπο Κολοκοτρωνέικο.

Με συνολικά 288 σελίδες και 2 τετράχρωμα δεκαεξασέλιδα,  με εκατοντάδες σπάνιες εικόνες εποχής και πάμπολλες (και σπαρταριστές) μικροϊστορίες από το 1821, αναδεικνύει την αθέατη πλευρά του 1821.

Διαβάζοντας το αποδέλοιπο Κολοκοτρωνέικο, πέραν των αμιγώς επαναστατικών «ρεπορτάζ», ο αναγνώστης έχει πρόσβαση και σε πλήθος «λεπτομερειών» που η επίσημη ιστορία αποσιωπά εκ συστήματος,  όπως λόγου χάρη:

• Ότι στα Απομνημονεύματά του ο ίδιος ο Παλαιών Πατρών Γερμανός δεν αναφέρει πουθενά πως αυτός κήρυξε την Επανάσταση: «Η κοινή λογική λέει πως αν είχε κηρύξει μια Επανάσταση… θα το θυμόταν». Σωστά;

• Ότι το μένος των επαναστατών δεν μετριαζόταν στα γυναικόπαιδα του εχθρού, δεν υπήρχε έλεος για κανέναν τους. Άκρως συγκλονιστική γι’ αυτές τις φρικτές μέρες της εκδίκησης η μαρτυρία του νεαρού αξιωματικού Brengeri, ο οποίος έζησε τις ωμότητες και τη σφαγή των αιχμαλώτων Κορινθίων Τούρκων και τις ιστορεί: «Μια μέρα, περνώντας από την αγορά, είδα πλήθος συγκεντρωμένο. Ζύγωσα και είδα μια νεαρή Τουρκάλα που οι Έλληνες στρατιώτες, ύστερα από κάθε λογής προσβολές και ταπεινώσεις, την είχαν μαχαιρώσει πολλές φορές στο πρόσωπο και στα χέρια. Το θύμα σύρθηκε όλη τη νύχτα με τα γόνατα και έφθασε στην πλατεία για να ζητήσει βοήθεια. Οι Έλληνες που την τριγύριζαν, την έφτυναν, ξέσχιζαν τα ρούχα της και την έβριζαν πουτάνα Τουρκάλα. Τα ανοιχτά τραύματά της που αιμορραγούσαν θα μπορούσαν να συγκινήσουν και πέτρινη καρδιά. Έτρεξα στο σπίτι του Κωλέττη, μινίστρου του πολέμου, και τον παρακάλεσα να στείλει δύο στρατιώτες για να απομακρύνουν αυτό το δύστυχο πλάσμα και να δώσουν ένα τέλος στο μαρτύριό του. Ο Κωλέττης έδωσε αμέσως εντολή. Σε λίγο ήρθαν στην Αγορά δύο άνδρες, άρπαξαν την Τουρκάλα με βάρβαρο τρόπο, την πήραν παράμερα, τη σκότωσαν με τρεις σπαθιές και την παράτησαν στα σκυλιά. Ήταν μια από τις φρικαλέες σκηνές που αντίκρυζα καθημερινά». (Σιμόπ., τ. 2, σ. 33)

• Ότι ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης, παρά τη φήμη του μέσα και έξω από τη Μάνη, στρατιωτικά ήταν μηδαμινός και ουδέποτε έπραξε κάτι αξιομνημόνευτο.

ΠΗΓΗ 

*** 

Ακολουθεί μια παρουσίαση και των δύο βιβλίων από τη Μικέλα Χαρτουλάρη:

Ο έμπειρος ιστοριοδίφης και ο άλλος Κολοκοτρώνης


«Τώρα, με την ευκαιρία της επετείου των 200 χρόνων από το 1821, η “Επανάσταση” θα γίνει η λέξη της χρονιάς. Οχι αυτή καθαυτή φυσικά, αλλά η μετα-αλήθειά της. Και όταν οι σερβιτόροι θα μαζεύουν τα κολονάτα ποτήρια, θα περιπέσει και πάλι σε αχρηστία…». Σε πείσμα αυτής της μετα-αλήθειας που εντοπίζει, ο Νίκος Πλατής συνέθεσε δύο εναλλακτικά «Κολοκοτρω­νέικα» λεξικά (Εκδόσεις των Συναδέλφων) με ιστορικά παζλ για το ’21 που φωτίζουν την αποσιωπημένη όψη του εθνικού αφηγήματος.

Είναι ο πιο εμβληματικός και μάλλον ο πιο δημοφιλής από τους πρωταγωνιστές του Εικοσιένα. Ο θρυλικός «Γέρος του Μοριά». O απόλυτος ήρωας της Επανάστασης στα σχολικά βιβλία. Οταν πέθανε στα 73 του, τη χρονιά που το νεοσύστατο ελληνικό κράτος απέκτησε το πρώτο του Σύνταγμα (1843), διαβάστηκαν μπροστά στο φέρετρό του 28 επικήδειοι. Και τώρα, τα απομνημονεύματά του Διήγησις συμβάντων της ελληνικής φυλής από τα 1770 έως τα 1836 που «…απομαγνητοφωνήθηκαν» από τον Γεώργιο Τερτσέτη (α’ εκδ. 1846), έγιναν η αφορμή για δύο εναλλακτικά «Λεξικά» τα οποία αναδεικνύουν αποσιωπημένες αλλά ουσιαστικές πτυχές του επίσημου αφηγήματος για τον Αγώνα της Ανεξαρτησίας. Συγγραφέας τους, ο καταξιωμένος βετεράνος των πιο ευφάνταστων θεματικών «Λεξικών», ο Νίκος Πλατής, που ξεκαθαρίζει ανενδοίαστα: «Ο Κολοκοτρώνης δεν ήταν, δεν είναι, ο ήρωάς μου».

Το μικροΜέγα Κολοκοτρωνέικο κυκλοφόρησε τον Δεκέμβριο του 2019 και το αποδέλοιπο Κολοκοτρωνέικο στο τέλος του 2020 από τις Εκδόσεις των Συναδέλφων. Γλαφυρά γραμμένα, με ζυγισμένες δόσεις ειρωνείας και χιούμορ, αυστηρά τεκμηριωμένα, διεισδυτικά και αλληλοσυμπληρούμενα, απευθύνονται στο ευρύτερο ανήσυχο και απαιτητικό κοινό και καταφέρνουν να μην έχουν καμία επετειακή διάσταση. Περιλαμβάνουν συνολικά περισσότερα από 400 λήμματα, που διαβάζονται σαν αυτοτελείς, συχνά συναρπαστικές, μικροϊστορίες. Και γίνονται ακόμη πιο ενδιαφέροντα επειδή πλαισιώνονται από ένα… φωτορεπορτάζ εποχής όλο εκπλήξεις που αναδύονται μέσα από πίνακες και σπάνια χαρακτικά ζωγράφων και περιηγητών.

Ο συγγραφέας παρακολουθεί τη Διήγησι του Κολοκοτρώνη, τις λέξεις, τις φράσεις, τις μνήμες, τα σχόλιά του, και την «αποκωδικοποιεί» με τη βοήθεια ειδικότερων πληροφοριών και άλλων ιστορικών μαρτυριών, π.χ. του Φωτάκου, του Κασομούλη, του Κανέλλου Δεληγιάννη, του Οθωμανού Μιρ Γιουσούφ Μπέη, του Αμερικανού εθελοντή Τζόναθαν Μίλερ κ.ά. Ετσι, εξερευνά την ανεπίσημη αλήθεια για τα προβεβλημένα και μη πρόσωπα και πράγματα, για τα πολεμικά γεγονότα και την καθημερινή ζωή, για τους τόπους, τα ήθη και την εξέλιξή τους, για την ιστορία και τη χρήση της, στα προεπαναστατικά, επαναστατικά και μετεπαναστατικά χρόνια. Και έτσι, αναδεικνύει τις συσκοτισμένες «λεπτομέρειες» του ηρωικού αφηγήματος του ’21, στο ελλαδικό και στο διεθνές τοπίο.

Το μικροΜέγα… επισημαίνει τις δύο Τουρκοκρατίες του Μοριά (με αφετηρία τα έτη 1458 και 1715) και την προτίμηση των Μοραϊτών στους Οθωμανούς παρά στους ενδιάμεσους κατακτητές Βενετσιάνους. Ανοίγει με το λήμμα Αγάλι(α), παραπέμποντας στη φυγή του Κολοκοτρώνη το 1806 όταν προσπαθούσε να περάσει απαρατήρητος στα Επτάνησα, για να γλιτώσει το κυνήγι των οθωμανικών αρχών. Και κλείνει με τη φράση Ως φίλοι πατρικοί, για τον αδελφοποιτό του Κολοκοτρώνη, τον Τουρκαλβανό Αλή Φαρμάκη, και για τη δύναμη της κληρονομικής φιλίας σε πονηρούς καιρούς.

Το αποδέλοιπο… δίνει περισσότερη έμφαση στις παρασιωπημένες και «ασιδέρωτες» όψεις του Εικοσιένα και ανοίγει με το λήμμα Αγγλία και τη φιλοτουρκική πολιτική της πλέον ιμπεριαλιστικής από τις Δυνάμεις, μέχρι που επένδυσε στο ελληνικό ζήτημα και έδωσε με το αζημίωτο τα δάνεια που στήριξαν την Επανάσταση. Κλείνει με την εύστοχη παρομοίωση του Κολοκοτρώνη Ως ψάρι στο δίκτυ, για την «ελληνική ελευθερία» που «σπαράζει εις πολλούς κινδύνους ακόμη».

Η ματιά του Πλατή είναι λοξή και υποψιασμένη αλλά όχι λαϊκίστικη ούτε συνωμοσιολογική, ενδεχομένως λιγότερο αναλυτική-ερμηνευτική και λιγότερο πολιτική από εκείνη ειδικευμένων ιστορικών της περιόδου, αλλά ποτέ απλουστευτική ούτε ουδέτερη, και πάντα με το πρόταγμα της αλήθειας για το χθες και της ενδοσκόπησης για το σήμερα. Ως πότε, αναρωτιέται, η ελληνική κοινωνία θα προτιμά να συνδέει τα Δερβενάκια (26/7/1822) και όχι τη Ναυμαχία του Ναυαρίνου (20/10/1827) με την επιτυχία της Επανάστασης του ’21;

«Δεν είμαι ιστορικός, είμαι όμως έμπειρος ιστοριοδίφης», εξηγεί ο Πλατής στην «Εφ.Συν.». «Τα τελευταία 25 χρόνια έχω συγγράψει περισσότερα από δέκα θεματικά λεξικά, βασικό συστατικό των οποίων είναι η Ιστορία. Κανείς ποτέ δεν έχει αμφισβητήσει την ιστορική τους αξιοπιστία. Ενα από τα κύρια ατού μου είναι η έγκυρη και πλούσια βιβλιογραφία. Στο αποδέλοιπο Κολοκοτρωνέικο καταλαμβάνει 10 σελίδες».

Ειδικότερα, στο αποδέλοιπο… ο συγγραφέας παίρνει ρητά αποστάσεις από τον Κολοκοτρώνη. Κυρίως του καταλογίζει ότι στα απομνημονεύματά του θολώνει τα νερά για τη δραστηριότητά του πριν από την Επανάσταση, καθώς και ότι αποσιωπά τη συνυπαιτιότητά του για την εξόντωση των Μοραϊτών κλεφτών, με θανάσιμο κυνήγι που συναποφάσισαν η Πύλη (με φιρμάνι) και το Πατριαρχείο (με φρικτό αφορισμό) και υποστήριξαν οι προεστοί, ύστερα από δική του άστοχη ενέργεια. Σε σύμπραξη με τον καπετάν Γιώργα Κοσμά είχαν προκαλέσει το βαθύ εκκλησιαστικό κατεστημένο, όταν αιχμαλώτισαν το 1805 για λύτρα και καταεξευτέλισαν τον πρωτοσύγκελο Ανδριανόπουλο, έναν μεγαλοπαπά που συγκέντρωνε από τις εκκλησίες έναν δασμό τύπου… copyright που πλήρωναν στο Πατριαρχείο.

Χωρίς περικεφαλαία

Στο μεγαλύτερο μέρος του βίου του, ο Κολοκοτρώνης «ήταν ληστοκλέφτης και κάπος», σημειώνει ο Πλατής, και «βιοποριζόταν ληστεύοντας τους ατυχείς ομοθρήσκους του (συνήθως τους ανήμπορους φτωχούς χωριάτες) ή πουλώντας τις υπηρεσίες του ως πιστολάς σε «κονζαμπασήδες» του Μορέως». Στη διάρκεια της Επανάστασης του αναγνωρίζει ότι ήταν ένας «Βοναπάρτε του άτακτου πολέμου με γεωστρατηγική σκέψη», ωστόσο στο σχετικό λήμμα σημειώνει ότι «δεν τα πήγε καλά» ως αρχιστράτηγος του Αγώνα (μετά το 1822), ότι ήταν άφιλος και «αγνοούσε την έννοια της συντροφικότητας».

Με την ίδια έγνοια για την ιστορική αλήθεια, το βιβλίο ανοίγει με την εικόνα του άλλου, του αποσιωπημένου, Κολοκοτρώνη. Εχει μακριά ψαρά μαλλιά και ξυρισμένο το εμπρός της κεφαλής α λα αρβανίτα, για να προφυλάσσεται στις μάχες σώμα με σώμα, και είναι ντυμένος με τζοπάνικη καπότα. Φορά το χαρακτηριστικό αρβανίτικο φεσάκι, αντί για την περικεφαλαία των αρχετυπικών απεικονίσεών του η οποία καθιερώθηκε το 1884, όταν ο γλύπτης Λάζαρος Σώχος, που φιλοτέχνησε τον γνωστό ανδριάντα του, κλήθηκε να ρετουσάρει επί το ελληνικότερον τη μορφή του.

Ο Πλατής άρχισε να γράφει τα Κολοκοτρωνέικα το 2011 και τώρα σχολιάζει: «Διαπίστωσα πως το ’21 δεν είχε και τόσο εθνοτικό πρόσημο και απελευθερωτικό χαρακτήρα όσο μας λένε πολλοί ιστορικοί. Δεν ήταν μια λαϊκή επανάσταση. Ο λαός σύρθηκε διά της βίας στις περισσότερες μάχες. Ηταν μια επανάσταση που έκαναν οι πλούσιοι Ρωμιοί διεκδικώντας όλο τον πλούτο και την αποκλειστική εξουσία του ελλαδικού χώρου. Ηταν η Επανάσταση των κοτζαμπάσηδων, των καραβοκύρηδων και των πλούσιων εμπόρων. Πέτυχε».

Σπουδαίοι αλλά δεν έγιναν σύμβολα

Από το 1996 με το Πεζικό Οικολογικό Λεξικό, έπειτα με το Black Out/Το Μαύρο Λεξικό, με το Αθωνικό Λεξικό, το Γατικό Λεξικό κ.ο.κ., τα Λεξικά του Πλατή είναι ιστορικά, εγκυκλοπαιδικά, κοινωνιολογικά, βιογραφικά, χιουμοριστικά, αλλά και πάντα προσχηματικά. Το Μπαχαρικό Λεξικό (2003) αφηγούνταν και την ιστορία της αποικιοκρατίας. Το Ουαλικό λεξικό του σεξ (2007) αφηγούνταν και την ιστορία της άρχουσας τάξης. Ετσι τα Κολοκοτρωνέικα αφηγούνται και πολλά από εκείνα που ο επίσημος εορτασμός των 200 χρόνων θα «ξεχάσει».

Ποιοι είναι λοιπόν οι «φυσικοί ήρωες» που ο Πλατής ξεχωρίζει, αντί για εκείνους που έγιναν «σύμβολα» για να εξυπηρετήσουν το εθνοπατριωτικό μάρκετινγκ; Ο Φωτάκος και ο Λογοθέτης. Αλλά και οι Φιλέλληνες από ιδεολογία (και όχι από οικονομικό συμφέρον) Βιντσέντζο Γκαλλίνα και Αντόνιο Φιγκέιρα ντ’ Αλμέιδα.

Ο Φωτάκος (Φώτιος Χρυσανθόπουλος) ήταν Φιλικός και έγινε ο αγιουτάντες (γραμματικός, υπασπιστής) του Κολοκοτρώνη και συγγραφέας του δίτομου έργου Απομνημονεύματα περί της Ελληνικής Επαναστάσεως. «Ενας από τους ελάχιστους αγνούς ιδεαλιστές αγωνιστές της Επανάστασης του 1821. Για την προσφορά του στον Αγώνα δεν ζήτησε (και δεν πήρε) κάποιο τιμητικό πόστο ή σύνταξη». Μετά την Ανεξαρτησία, εγκαταστάθηκε στην Τριπολιτζά, εργάστηκε ως γεωπόνος και ξόδεψε ό,τι κληρονόμησε «βοηθώντας οικογένειες αγωνιστών που υπέφεραν από τη φτώχεια».

Ο Γιώργης Λυκούργος Λογοθέτης ήταν ο πολιτικός και στρατιωτικός ηγέτης της Σάμου κατά την Επανάσταση, «ο δημοκρατικότερος όλων», με «τα χέρια απολύτως καθαρά μέχρι τέλους». Δεν έφερε τους Σαμιώτες σε αδιέξοδο προκειμένου να πολεμήσουν, όπως έκαναν πολλοί κοτζαμπάσηδες του Μοριά. «Πριν κηρύξει την επανάσταση συνέταξε οργανικό νόμο και στρατιωτικό κανονισμό και τους έθεσε υπό την έγκριση του λαού. Ετσι δημιούργησε στη Σάµο ένα τοπικό αυτόνομο κράτος και πειθαρχημένο στρατό» και νίκησε πολλές φορές τις ισχυρές τουρκικές αποβατικές δυνάμεις.

Από την πλευρά τους, ο Ιταλός Γκαλλίνα, «διεθνιστής επαναστάτης», συμμετείχε καθοριστικά στη συγγραφή του πρώτου Συντάγματος που προέκυψε από την Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου. Ο Πορτογάλος Ντ’ Αλμέιδα, φρούραρχος στο Ναύπλιο, «αντιστάθηκε σθεναρά (και με απόλυτη επιτυχία) στις επίμονες προσπάθειες της γαλλικής πρεσβείας να προστατέψει και να φυγαδεύσει τον δολοφόνο του Καποδίστρια Γεώργιο Μαυρομιχάλη».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου