05 Ιανουαρίου 2021

Δύο άρθρα πανεπιστημιακών καθηγητών για το διωγμό της Δημόσιας Εκπαίδευσης

ΦΩΤΟ EUROKINISSI/ΣΩΤΗΡΗΣ ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

Η Δημόσια Παιδεία σε διωγμό

Οι εξαιρετικά επικίνδυνες και ανιστόρητες επεμβάσεις που γίνονται στη Δημόσια Παιδεία προοιωνίζονται ένα εφιαλτικό μέλλον! Μετά την πολύχρονη συστηματική κατασυκοφάντηση δασκάλων, καθηγητών, μαθητών και φοιτητών, την πρωτοφανή υποχρηματοδότηση και υποστελέχωση, τη διθυραμβική κατάργηση του Ασύλου, τώρα ετοιμάζονται να εισβάλουν ως κατακτητές στον χώρο της καθημαγμένης Παιδείας.

Δεν κρατούν ούτε τα προσχήματα. Αντί να προσλαμβάνεται νέο διδακτικό και ερευνητικό προσωπικό τόσο στα Σχολεία όσο και στα Πανεπιστήμια, δρομολογούνται προσλήψεις ακόμη περισσότερων αστυνομικών, για τη δήθεν φύλαξή τους, ενώ την ίδια στιγμή μειώνονται ακόμη περισσότερο τα κονδύλια όλων των εκπαιδευτικών βαθμίδων. Είναι τέτοιο το μένος, που στο τέλος δεν θα αφήσουν τίποτα όρθιο και ό,τι απομείνει θα ’χει κι αυτό μεταλλαχθεί σε θλιβερό κακέκτυπο ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων.

Μα πώς το φαντάστηκαν, ότι μπορούν να συνυπάρχουν πανεπιστημιακοί δάσκαλοι, φοιτητές, επιστημονικό και διοικητικό προσωπικό με αστυνομικούς; Αστυνομικούς οι οποίοι, μάλιστα, δεν θα δίνουν λογαριασμό στη Διοίκηση των Σχολών για τις ενέργειές τους! Οσο καλόπιστος κι αν είναι κανείς, δεν μπορεί παρά να θυμηθεί (ιδίως εμείς οι μεγαλύτεροι) εκείνες τις μαύρες μέρες της δικτατορίας, όπου μέσα στα σχεδιαστήρια και τα αμφιθέατρα της Σχολής Αρχιτεκτόνων του ΕΜΠ (αλλά και σε όλες τις σχολές) βρίσκονταν ασφαλίτες, οι οποίοι παρακολουθούσαν βλοσυροί τριγύρω, καταγράφοντας κάθε νεύμα, κάθε λέξη, κάθε συζήτηση, κάθε συνέλευση που έκανε ο φοιτητικός μας σύλλογος.

Τότε που το περιβόητο «Σπουδαστικό της Ασφάλειας» είχε απλώσει τα πλοκάμια του παντού. «Φύλακες» ήταν κι εκείνοι, που φρόντιζαν να καταγράφουν κάθε ενέργειά μας, κάθε τι που ξέφευγε από τη λογοκρισία, κάθε «ύποπτη» κίνηση, έτσι που στο τέλος να καταλήγει ο ένας μετά τον άλλο «εις το οικείον αστυνομικόν τμήμα δι’ υπόθεσίν του».

Είναι μεγάλη η ευθύνη μας ως πανεπιστημιακών δασκάλων, ιδίως ημών των παλαιοτέρων (υπηρετούντων, ομότιμων, συνταξιούχων), σ’ αυτήν την κρίσιμη συγκυρία της πανδημίας, όπου συστηματικά μεθοδεύεται το «μάντρωμα» και ο έλεγχος της ανώτατης εκπαίδευσης, αλλά και η πλήρης υποβάθμισή της προς όφελος πάντα των ιδιωτικών κολεγίων, τα οποία αναμένουν περιχαρή καινούργιους «πελάτες».

Εχουμε χρέος να αγωνιστούμε, να μιλήσουμε, να σταθούμε στο ύψος των περιστάσεων, να μοιραστούμε με την ελληνική κοινωνία όλα αυτά που ζήσαμε τότε ως φοιτητές, αλλά και αργότερα ως καθηγητές, να μην επιτρέψουμε να γυρίσουμε ποτέ πίσω σε εποχές σκοτεινές. Η ελευθερία της έκφρασης, της διδασκαλίας και της έρευνας, μέσα στον πανεπιστημιακό χώρο, είναι η προϋπόθεση ύπαρξης και λειτουργίας των πανεπιστημίων μας. Το δημόσιο πανεπιστήμιο οφείλει να έχει πάντοτε ανοιχτές τις πόρτες του προς την κοινωνία! Απ’ αυτήν αιμοδοτείται και σε αυτήν αναφέρεται.

Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, φτάσαμε στο σημείο να ψηφίζεται από την κυβερνητική πλειοψηφία η εξίσωση των πτυχίων των ιδιωτικών κολεγίων 3ετούς διάρκειας σπουδών με εκείνα των δημόσιων πανεπιστημίων, σε μία άνευ προηγουμένου κατάπτυστη ρύθμιση. Εκείνοι, λοιπόν, που λοιδορούν και απαξιώνουν τη Δημόσια Παιδεία, έρχονται από την πίσω πόρτα, για καθαρά ιδιοτελείς σκοπούς, να εκμηδενίσουν κάθε έννοια αξιοκρατίας και αξιοπρέπειας. Επιβραβεύεται ο εύπορος που δεν προσπάθησε, που δεν μόχθησε, και απαξιώνεται ο νέος που πάσχιζε όλα τα χρόνια με απίστευτες στερήσεις και θυσίες να πετύχει στις πανελλαδικές εξετάσεις και να ολοκληρώσει τις σπουδές του.

Τι του λέει η υπουργός Παιδείας; Αρκεί να διαθέτεις χρήματα και με ελάχιστο κόπο θα έχεις εν τέλει τα ίδια επαγγελματικά δικαιώματα, ανεξάρτητα φυσικά από το επίπεδο των σπουδών αυτών των κερδοσκοπικών επιχειρήσεων. Το άρθρο 16 του Συντάγματος γίνεται για άλλη μια φορά κουρελόχαρτο από μια κυβέρνηση που μοναδικό της μέλημα έχει να εκθεμελιώσει και να εξαφανίσει κάθε δημόσιο φορέα, κάθε τι που παρέχεται δωρεάν από το κράτος. Το μήνυμα είναι πλέον καθαρό! Δεν γεννιούνται όλοι ίσοι σ’ αυτή τη ζωή. Μέλλον έχουν μόνον αυτοί που οι γονείς τους έχουν χρήματα, σ’ αυτούς χρωστάει η ζωή. Ολοι οι άλλοι να πάψουν να ονειρεύονται!

Προβλήματα πάντοτε υπήρχαν -και πάντοτε ενδεχομένως θα υπάρχουν- στον ζωντανό και φλέγοντα χώρο της ανώτατης εκπαίδευσης, κάτι που γνωρίζουν καλύτερα απ’ όλους οι φοιτητές, οι καθηγητές και το διοικητικό-επιστημονικό προσωπικό. Σε συνθήκες δύσκολες προσπαθούν όλοι να προσφέρουν με όλες τους τις δυνάμεις. Ας αφήσουν επιτέλους, για μία φορά, τα πανεπιστήμια να λειτουργήσουν πραγματικά και όχι κατ’ επίφαση, ως αυτόνομοι και αυτοδύναμοι εκπαιδευτικοί πυρήνες, μακριά από τις αλλοπρόσαλλες «δομικές μεταρρυθμίσεις» που αστόχαστα επιχειρούνται από τους εκάστοτε υπουργούς. Ας πάψουν να είναι τα πειραματόζωα που θυσιάζονται στον βωμό μικροκομματικών σκοπιμοτήτων και εγωκεντρικών πρακτικών!

Γνωρίζουμε καλά τι επιχειρούν όλα αυτά τα χρόνια. Την αλλοίωση αυτού που συγκροτούσε τον βαθύ πυρήνα του δημόσιου χαρακτήρα των ΑΕΙ, που είναι η ελευθερία της γνώσης και της έρευνας· η αμφιβολία και η αμφισβήτηση που γεννούν τη νέα γνώση. Δεν χρειάζονται πια ελεύθερα, δημιουργικά και καινοτόμα μυαλά. Απλώς καταρτισμένους και απολύτως εξειδικευμένους απόφοιτους χρειάζονται, καλογρασαρισμένα γρανάζια στη μηχανή του συστήματος, που δεν αναρωτιούνται, δεν αμφιβάλλουν, δεν παλεύουν μαζί με τις σπουδές τους να γίνουν καλύτεροι, σκεπτόμενοι και ενεργοί πολίτες.

Οχι! Οι νέοι δεν πρέπει να ονειρεύονται και να μάχονται για έναν καλύτερο κόσμο. Η παρουσία των αστυνομικών στα πανεπιστήμια αυτό σηματοδοτεί! Τον αυταρχισμό, την καταστολή, τον έλεγχο, τη φίμωση κάθε αντίθετης φωνής! Ναι, ο «Μεγάλος Αδελφός» πρέπει να παρακολουθεί ανελλιπώς τις σκέψεις, τις επιθυμίες, τα νεανικά όνειρα, γιατί γνωρίζει ότι απ’ αυτά ακριβώς κινδυνεύει.

* Αρχιτέκτονας, καθηγητής Σχολής Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ

Από την πρόσφατη κινητοποίηση εκπαιδευτικών και φοιτητών-σπουδαστών στο πλαίσιο της Πανελλαδικής Ημέρας Δράσης για την Εκπαίδευση | ΦΩΤΟ EUROKINISSI/ΣΩΤΗΡΗΣ ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

Η πανδημία μιας… «ελεύθερης πτώσης» της εκπαίδευσης


Το πολιτικό μήνυμα είναι σαφές: λιγότερος δημόσιος και κοινωνικός έλεγχος στην εκπαίδευση, περιστολή των δημοκρατικών δικαιωμάτων, διοικητικός αυταρχισμός, περισσότερη «αγορά», μεγαλύτερη «ευελιξία», απλόχερη «ιδιωτικοποίηση» και… όποιος επιβιώσει.

Εν μέσω πανδημίας και πολλών μηνών αγωνίας για τις εξελίξεις στην αντιμετώπιση των φονικών πληγμάτων που προκάλεσε ο κορονοϊός στην ανθρωπότητα θα περίμενε κανείς οι πολιτικές αποφάσεις στον χώρο της εκπαίδευσης να αποσκοπούν στην εδραίωση κλίματος εμπιστοσύνης, σταθερότητας και αξιοπιστίας ως ένδειξης μιας πολιτικά υπεύθυνης και μετριοπαθούς στάσης.

Κι αυτό, έστω και «οριακά», έως ότου ξεπεραστεί το σοκ που προκάλεσε η επέλαση του κορονοϊού στην υγεία, στην οικονομία, στην απασχόληση και γενικότερα στην κοινωνική ζωή και μέχρι να εδραιωθεί μια κατάσταση περισσότερο ήπια και λιγότερο αβέβαιη.

Στη χώρα μας, όμως, η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Παιδείας έκανε το ακριβώς αντίθετο. Αντί να φροντίζει για την αποτελεσματική διαχείριση και την άμβλυνση των συνεπειών της πανδημίας, για τη θωράκιση της υγείας και της ασφάλειας στα σχολεία, για την υποστήριξη της εκπαιδευτικής κοινότητας στην τηλεκπαίδευση, για την ψυχολογική ηρεμία των μαθητών και των οικογενειών τους, επιδόθηκε μάλλον σε έναν υπερβάλλοντα «μεταρρυθμιστικό οίστρο», επιφέροντας ακόμα μεγαλύτερη αβεβαιότητα και ανασφάλεια.

Ωστόσο, είναι προφανές πως πίσω από τις φαινομενικά «προσωπικές» αποφάσεις ενυπάρχει η ιδεολογική ταυτότητα μιας πολιτικής που αν μη τι άλλο επιβεβαιώνει το ύφος και τον χαρακτήρα της στρατηγικής που ακολουθείται, αφού η πανδημική κρίση, πέρα από τα προβλήματα που αναπόφευκτα προκάλεσε, αξιοποιήθηκε ως «συμπαντική ευκαιρία» για την επίσπευση μιας εκ βάθρων διαδικασίας αποδιάρθρωσης του δημόσιου και κοινωνικού χαρακτήρα της εκπαίδευσης.

Για του λόγου το αληθές, αναφέρονται ενδεικτικά και μόνο μερικές από διάσπαρτες πολιτικές αποφάσεις, πρωτοβουλίες και χειρισμούς που επιβεβαιώνουν τον παραπάνω ισχυρισμό. Συγκεκριμένα:

● Με τις πρώτες νομοθετικές αλλαγές σβήστηκε από τα ωρολόγια προγράμματα της μέσης εκπαίδευσης η διδασκαλία της κοινωνιολογίας, της πολιτικής παιδείας και ευρύτερα των κοινωνικών επιστημών ενώ η καλλιτεχνική παιδεία απαξιώθηκε ακόμα περισσότερο καταδεικνύοντας την πνευματική ένδεια ενός, άνευ προηγουμένου, πολιτικού ατοπήματος που γυρίζει το σχολείο στη δεκαετία του 1960.

● Με τις αλλαγές που επιβλήθηκαν στις εργασιακές σχέσεις των εκπαιδευτικών στα ιδιωτικά σχολεία, επικράτησε έπειτα από πολλά χρόνια η ευθυγράμμιση του υπουργείου με πάγια αιτήματα της εργοδοτικής πλευράς, αποδυναμώνοντας τους όρους εργασίας των εκπαιδευτικών και αδιαφορώντας ταυτόχρονα για το επερχόμενο κοινωνικό κόστος από το πλήγμα που θα δεχθεί η ποιότητα των σπουδών και η αξιοπιστία των παρεχόμενων τίτλων.

● Οι «ηλεκτρονικές» εκλογές στα υπηρεσιακά συμβούλια των εκπαιδευτικών, παρά τις τεράστιες αντιδράσεις και την αποχή της συντριπτικής πλειοψηφίας του κλάδου, υλοποιήθηκαν μέσω μιας πρωτοφανούς, απονομιμοποιημένης δημοκρατικά, διαδικασίας. Τώρα, εξαιτίας της τεράστιας αποχής αλλά και των πολλών παραιτήσεων, η συγκρότηση των συμβουλίων δεν έχει την απαιτούμενη δημοκρατική νομιμοποίηση, ενώ άνοιξε θεσμικά ο δρόμος ακόμα και για «αντικαταστάσεις αιρετών» από «μη εκλεγμένους» εκπαιδευτικούς/διευθυντικά στελέχη.

● Θεσμοθετήθηκε η μετα-γυμνασιακή επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση, (επιπέδου 3 στο Εθνικό Πλαίσιο Προσόντων) προβλέποντας τη θέσμιση της μαθητείας σε ανήλικους μαθητές.

Η εν λόγω ρύθμιση όχι μόνο δεν ενισχύει την επαγγελματική εκπαίδευση που είναι επείγουσα ανάγκη, αντίθετα διευκολύνει την πρόωρη σχολική έξοδο των πιο ευάλωτων μαθητών, ενθαρρύνει την τάση μιας άτυπης διαρροής από τις εγκύκλιες σπουδές προς ένα κατώτερο ουσιαστικά επίπεδο τεχνικής και επαγγελματικής κατάρτισης, ενώ διευκολύνει πρακτικές εκμετάλλευσης των μαθητευόμενων από μια χαοτική αγορά εργασίας που είναι σχεδόν αδύνατον να ελεγχθεί.

● Μια αιφνιδιαστική τροπολογία των τελευταίων ημερών κατοχύρωσε την καταχρηστική εγγραφή των αποφοίτων των Κολεγίων στο Τεχνικό και Επαγγελματικό Επιμελητήριο και στο Οικονομικό Επιμελητήριο. Με τον τρόπο αυτό κατοχυρώνονται επαγγελματικά προσόντα για αποφοίτους Κολεγίων τη στιγμή που ακόμα και σήμερα υπάρχουν ακόμα δεκάδες τμήματα του δημόσιου πανεπιστημίου, οι απόφοιτοι των οποίων έχουν αταξινόμητα και αχαρτογράφητα επαγγελματικά δικαιώματα.

Παράλληλα με την τροπολογία αυτή αμφισβητείται ευθέως το γράμμα και το πνεύμα του άρθρου 16 του Ελληνικού Συντάγματος, ενώ υποτιμάται ουσιωδώς η αξία των αντίστοιχων πτυχίων των ελληνικών πανεπιστημίων.

● Δρομολογούνται νομοθετικές πρωτοβουλίες για αλλαγές στην εισαγωγή στα πανεπιστήμια αιφνιδιάζοντας χιλιάδες μαθητές και οικογένειες ενώ αντί να ενισχυθεί με ουσιαστικά μέσα η φύλαξη των χώρων, των εγκαταστάσεων και της περιουσίας των ιδρυμάτων από την ίδια την πανεπιστημιακή κοινότητα και στα όρια του ήδη υπάρχοντος και επαρκούς θεσμικού πλαισίου, μεθοδεύεται η δημιουργία εξω-πανεπιστημιακού «ειδικού σώματος ασφαλείας» που θα υπάγεται στο υπουργείο Προστασίας του Πολίτη!

Σε όλες αυτές τις «τομές» το πολιτικό μήνυμα είναι σαφές: λιγότερος δημόσιος και κοινωνικός έλεγχος στην εκπαίδευση, περιστολή των δημοκρατικών δικαιωμάτων και διοικητικός αυταρχισμός, περισσότερη «αγορά», μεγαλύτερη «ευελιξία» και απλόχερη «ιδιωτικοποίηση» και… όποιος επιβιώσει στο συνεχές μιας «ελεύθερης πτώσης» στην άβυσσο του νεοφιλελευθερισμού. Αν όμως αυτή η «μεταρρυθμιστική συγχορδία» δεν συνηγορεί στην αποδυνάμωση του δημόσιου χώρου της εκπαίδευσης, στο έλλειμμα δημοκρατίας και στην όξυνση των εκπαιδευτικών και κοινωνικών ανισοτήτων, τι άλλο μπορεί να σημαίνει;

Αναμφίβολα το κυρίαρχο αφήγημα δεν ενδιαφέρεται για τις κοινωνικές επιπτώσεις των επιλογών του αφού είναι πολιτικά συνεπές με την ουσία ενός κυνικού συντηρητισμού που υποδαυλίζει την απαξίωση των πτυχίων των δημόσιων πανεπιστημίων, την άνοδο της ιδιωτικοποίησης και, στο βάθος, τον αμείλικτο εκπαιδευτικό και κοινωνικό αποκλεισμό που γεννά ακόμα μεγαλύτερη φτώχεια, αγραμματοσύνη, κοινωνική παρακμή και περιθωριοποίηση.

Οπως προαναφέρθηκε, πίσω από τις «προσωπικές επιλογές» εδράζεται ο αξιακός πυρήνας μιας πολιτικής φιλοσοφίας που έχει ιδεολογική ταυτότητα. Ακόμα και αν τα πρόσωπα αλλάξουν και υποδυθούν άλλους ρόλους, το πολιτικό πρόβλημα θα παραμένει.

Και εκεί οφείλουμε πρωτογενώς να εστιάσουμε: στην απόρριψη των πολιτικών που από τη μια εδραιώνουν τον κυνικό συντηρητισμό και τη λαιμαργία της αγοράς και από την άλλη αδιαφορούν για τις ολέθριες συνέπειες που προκαλούν στην κοινωνία και κυρίως στους «ευπαθείς», στους «αφανείς» και στους ανυπεράσπιστους.

* αν. καθηγητής Πανεπιστημίου Πελοποννήσου

ΠΗΓΗ και για τα δύο άρθρα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου