Ο 21χρονος Αρης Παπαζαχαρουδάκης μιλώντας στην «Εφημερίδα των Συντακτών» τις δημοσιογράφους Γιώτα Τέσση και Ελένη Ευσταθίου, περιέγραψε όσα βίωσε μια μέρα μετά την πορεία στη Νέα Σμύρνη την προηγούμενη βδομάδα. Μια σύλληψη που θυμίζει άλλες εποχές και απαγωγή από τα όργανα της Τάξης, ενώ η ΕΛ.ΑΣ. έσπευσε να διαψεύσει την καταγγελία αναφέροντας ακόμα και λάθος το όνομα του ανθρώπου.
«Η σύλληψή µου έγινε την επόµενη µέρα των γεγονότων στη Νέα Σµύρνη, σε απόσταση λίγων µέτρων από το κτίριο που φιλοξένησε τη συνέλευση της Αναρχικής Συλλογικότητας Μασόβκα, στην οποία είµαι µέλος. Είχα συµµετάσχει στη διαµαρτυρία ενάντια στην αστυνοµική βία, δεν υπάρχει οποιοδήποτε στοιχείο που να µε ενοχοποιεί για κάτι ή να µε συσχετίζει µε το συµβάν. Ηταν περίπου 19.30 και θα έπαιρνα ταξί για το σπίτι µου πριν ισχύσουν τα µέτρα απαγόρευσης της κυκλοφορίας
Αρχικά σταµάτησε µπροστά µου µία µηχανή µε δύο άτοµα που φορούσαν κουκούλες, έδειξα την ταυτότητά µου, σε δευτερόλεπτα έφτασε δίπλα µου ένα αυτοκίνητο χωρίς πινακίδες και ενώ ήταν εν κινήσει µε πέταξαν στο καπό. Με έδεσαν πισθάγκωνα µε χειροπέδες, µου φόρεσαν κουκούλα και µε έβαλαν στο αυτοκίνητο µε µπουνιές και κλοτσιές. Μέχρι εκείνη την ώρα δεν ήξερα αν έχω να κάνω µε αστυνοµικούς ή µε µαφιόζους. Απ’ ό,τι αποδείχθηκε, ίσως ήταν καλύτερο να έχω να κάνω µε µαφιόζους. Μέσα από την κουκούλα µπορούσα να διακρίνω αµυδρά, αλλά µε χτυπούσαν όποτε σήκωνα το κεφάλι. Κάποια στιγµή άκουσα έναν ασύρµατο αλλά όχι από το αυτοκίνητο και κατάλαβα ότι το αυτοκίνητο είχε συνοδεία άλλες µηχανές. Πριν από τη δική µου απαγωγή είχα ενηµερωθεί για την εξαφάνιση του κολλητού µου, αδερφικού µου φίλου, ο οποίος προφυλακίστηκε µε ένα σαθρό κατηγορητήριο» λέει.
Όπως αναφέρει, οδηγήθηκε στη ΓΑΔΑ. «Δεξιά και αριστερά διέκρινα πως ήταν παρατεταγµένοι δεκάδες αστυνοµικοί. Με έβγαλαν έξω και άρχισαν να µε χτυπάνε, µε πέταξαν στο ασανσέρ και µου έλεγαν «θα βιάσουµε µέχρι και το κουτάβι σου». Με ρώτησαν πόσων χρονών είµαι και όταν απάντησα 21, µου είπαν «δυνατά πόδια έχεις για 21» και µε βάραγαν εκεί. Με έβαλαν σε ένα δωµάτιο. Συνέχιζα να είµαι δεµένος πισθάγκωνα και να φοράω κουκούλα, σαν αιχµάλωτος πολέµου. Από το γραφείο αυτό δεν ξέρω πόσοι πέρασαν, µάλλον όλη η αστυνοµική δύναµη ανεβοκατέβαινε για να µε δέρνει. Αλλοι µε χτυπούσαν χωρίς να µιλάνε, άλλοι µε έβριζαν, µου ζητούσαν επανειληµµένα να πω ποιας οµάδας είµαι οπαδός. Τους εξηγούσα -τρόπος του λέγειν το “εξηγούσα”, στην κατάσταση που ήµουν- ότι δεν είµαι ούτε οπαδός ούτε χούλιγκαν και πήρα την απάντηση: «Στ’ @ρχίδια µας, θα πεις µια οµάδα». Κάποια στιγµή έσβησαν τα φώτα και τότε το µόνο φως που µπορούσα να διακρίνω ήταν όταν ανοιγόκλεινε η πόρτα για να µπει κάποιος να µε χτυπήσει. Για ένα πεντάλεπτο µε άφησαν να πάρω ανάσα. Τότε κοπανάγανε τα θρανία και άκουγα ήχους εργαλείων και φερµουάρ και να µε ρωτάνε “είσαι έτοιµος;”. Απαντούσα αρνητικά, ήταν σαν περιβάλλον εικονικής εκτέλεσης. Ενας κοπάνησε µε βία το πρόσωπό µου στο θρανίο».
«Δεν υπήρχε σηµείο του σώµατός µου που να µη χτυπηθεί επί ένα οκτάωρο. Συµπέρανα ότι ήµουν στον 13ο όροφο όταν κάποια στιγµή µε κατέβασαν από τα σκαλιά στον κάτω όροφο και µπόρεσα να διακρίνω ένα λογότυπο που έλεγε ∆ΑΕΕΒ. Πλέον ήµουν στον 12ο όροφο και είχε µόλις τελειώσει ο πρώτος γύρος βασανισµού µου. Ο δεύτερος ξεκίνησε δείχνοντάς µου ένα παράθυρο και λέγοντάς µου: “Αν θες να λυτρωθείς, δεν θα σε εµποδίσει κάποιος. Αλλιώς σε τέσσερις µέρες από τώρα θα πας φυλακή για απόπειρα ανθρωποκτονίας αστυνοµικού και εκεί θα έχεις την ευκαιρία να µετράς τα λάικ στα ποστ σου”», λέει ο καταγγέλλων.
«Είχα σχολιάσει στο facebook – ακόµα αναρτηµένο είναι – ότι πρόκειται για αστείους Κλουζό που αποδίδουν µαφιόζικες κατηγορίες, αναφερόµενος στη σύλληψη του νεαρού που έχασε το πορτοφόλι του, τον οποίο δεν γνωρίζω προσωπικά. Εµένα µου ζητούσαν συνεχώς ονόµατα, οποιουδήποτε, µου έλεγαν να δώσω πολιτικούς αγωνιστές. Ελεγα ότι δεν γνωρίζω και δέχτηκα αγκωνιές στη σπονδυλική στήλη. Νόµιζα ότι θα έµενα παράλυτος. Προσπαθούσα και ευχόµουν να λιποθυµήσω για να µε µεταφέρουν στο νοσοκοµείο ή να πεθάνω. Εχανα τις αισθήσεις µου, έπεσα από την καρέκλα και µε σήκωσαν τραβώντας µε από τις χειροπέδες. Ξαφνικά κάποιος µου τράβηξε την κουκούλα. Είπα “δεν νιώθω καλά” και µου απάντησαν “γιατί δεν είσαι καλά; Χτύπησες κάπου;”. Τότε µου ζήτησαν να υπογράψω τη σύλληψή µου και οφείλω να αναγνωρίσω ότι τα κατασχεθέντα ήταν ό,τι είχα πάνω µου, τίποτε περισσότερο. ∆εν ήθελα να δώσω δακτυλικά αποτυπώµατα φοβούµενος κάποιο κατασκευασµένο κατηγορητήριο µετέπειτα και όταν ανέφερα την περίπτωση της Ηριάννας, µου είπαν “µη βλέπεις πολύ Netflix”. Τελικά µου απέσπασαν τα δακτυλικά αποτυπώµατα διά της βίας και παρά τη συναίνεση µου. Στη συνέχεια οδηγήθηκα σε ένα κελί στον έβδοµο όροφο» συνεχίζει μιλώντας στην «Εφημερίδα των Συντακτών».
«Στο κελί αρχικά ήµουν µόνος µου, αλλά φώναξα το όνοµα του φίλου µου και εκείνος ανταποκρίθηκε. Μετά µας έβαλαν στο ίδιο κελί σε διαφορετικό καθεστώς από τους υπόλοιπους, εµείς ήµασταν σε πλήρη αποµόνωση. Ούτε νερό ούτε τουαλέτα. Η µόνη βοήθεια ήταν των παιδιών που συνελήφθησαν στη Νέα Σµύρνη, αυτοί µας έβαλαν στα κάγκελα µπουκάλια µε νερό. Αυτό ήπιαµε και στη συνέχεια εκεί κατουρούσαµε. Ξαπλώναµε στο τσιµέντο, ούτε στρώµα ούτε κουβέρτα, τίποτα. ∆ύο µέρες δεν είχαµε πρόσβαση στην τουαλέτα. Δεν µας επέτρεπαν να µιλήσουµε µε δικηγόρο, κάποια στιγµή µας άφησαν να επικοινωνήσουµε µε τις οικογένειές µας για 30 δευτερόλεπτα και µας έδειχναν το κλοµπ να ξέρουµε τι µας περιµένει αν ξεπεράσουµε τον χρόνο του µισού λεπτού. Ακόµα και στην Ευελπίδων, δίπλα στη δικηγόρο µας ήταν η Αντιτροµοκρατική» λέει μεταξύ άλλων.
Διάψευση από την ΕΛΑΣ χωρίς έρευνα για τις καταγγελίες
Σε μια πρωτοφανή «απάντηση» στα όσα ήρθαν στο φως της δημοσιότητας προχώρησε η ΕΛΑΣ κάνοντας λόγο για «απολύτως ψευδείς και ακραία δυσφημιστικές καταγγελίες» ενώ καλεί την εφημερίδα να επανορθώσει δημοσιεύοντας την διάψευση.
Σε ανακοίνωσή της, υποστηρίζει ότι «κατά τη διάρκεια της κράτησής του, έως ότου οδηγηθεί ενώπιον των ανακριτικών Αρχών, ούτε ο ίδιος ούτε η δικηγόρος του με την οποία είχαν ανεμπόδιστη επικοινωνία, εξέφρασαν οποιαδήποτε καταγγελία για βασανισμό ή κακοποίηση, ούτε επιθυμία να εξετασθεί ή να μεταφερθεί σε οποιοδήποτε νοσηλευτικό ίδρυμα για την παροχή πρώτων βοηθειών». Υποστηρίζει ακόμη ότι «χορηγήθηκαν από την πρώτη στιγμή της σύλληψης του τα απαραίτητα έγγραφα γνωστοποίησης των δικαιωμάτων που κατέχει υπό την ιδιότητα του κρατουμένου, τα οποία προσυπέγραψε και συσχετίσθηκαν με τη δικογραφία του».
*****
Ακολουθούν περισσότερες καταγγελίες στο παρακάτω ρεπορτάζ της Εφ.Συν.:
«Υπεύθυνος για ό,τι μας συμβεί ο Μ. Χρυσοχοΐδης»
Σχεδόν ισάριθμες των συλλήψεων είναι οι καταγγελίες για αστυνομική βία και αυθαιρεσία στη ΓΑΔΑ, όπου κρατήθηκαν επί μέρες οι 19 συλληφθέντες για τα επεισόδια στη Νέα Σμύρνη μέχρι να οδηγηθούν στην ανακρίτρια.
Οι περισσότεροι αφέθηκαν ελεύθεροι με περιοριστικούς όρους, ενώ τρεις προφυλακίστηκαν κατηγορούμενοι για απόπειρα ανθρωποκτονίας του αστυνομικού που τραυματίστηκε στη Νέα Σμύρνη. Πρόκειται για έναν 22χρονο που ενοχοποιήθηκε επειδή βρέθηκε το πορτοφόλι του κοντά στο σημείο της επίθεσης στον αστυνομικό, έναν 23χρονο που βρέθηκε κατηγορούμενος εξαιτίας υποκλαπεισών συνομιλιών και έναν 30χρονο που κατηγορείται ότι προκάλεσε την πτώση του αστυνομικού και επιβαρύνεται με την κατάθεση του κουνιάδου του που τον τοποθετεί στο πλήθος που στράφηκε κατά του αστυνομικού.
Η «Εφ.Συν.» δημοσιοποιεί δύο πολύ σημαντικές καταγγελίες για βασανισμούς συλληφθέντων από αστυνομικούς, που θυμίζουν τις καταγγελίες αναρχικών για βασανισμό τους στη ΓΑΔΑ το 2012, όταν η βρετανική εφημερίδα «Guardian» έκανε λόγο για βασανιστήρια ανάλογα με αυτά στις φυλακές του Αμπου Γκράιμπ. Τότε οι αστυνομικοί της ομάδας ΔΕΛΤΑ είχαν οδηγηθεί στο εδώλιο του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, αλλά τη γλίτωσαν κυρίως λόγω του ότι οι περισσότερες κατηγορίες είχαν παραγραφεί.
Το αίσθημα ατιμωρησίας και ασυλίας των αστυνομικών, εκτός από το να ενισχύει την επαίσχυντη δράση τους, οδηγεί τους συλληφθέντες στην ανάγκη δημόσιας δήλωσης ότι το κράτος είναι υπεύθυνο για ό,τι τους συμβεί.
Καταγγελία 18χρονης για σεξουαλική παρενόχληση από ΜΑΤατζή
«Πάμε στο στενό να σε γαμήσω»
Μια 18ρονη συλληφθείσα συγκλονίζει με την καταγγελία της για τον άγριο ξυλοδαρμό της από πέντε πάνοπλους άνδρες της ομάδας ΔΡΑΣΗ και για τη σεξουαλική παρενόχλησή της από άνδρα των ΜΑΤ που της έπιασε τα οπίσθια λέγοντας «πάμε στο στενό να σε γαμήσω». Οταν διαμαρτυρήθηκε, ο ίδιος ΜΑΤατζής τής έριξε μπουνιά στο πρόσωπο και δέχτηκε νέες σεξιστικές απειλές, όπως «εσύ θα γαμηθείς, να το θυμάσαι». Το μαρτύριό της συνεχίστηκε και στη ΓΑΔΑ, όπου καταγγέλλει ότι απειλήθηκε, ξυλοκοπήθηκε, στερήθηκε φαγητό, νερό και έξοδο από το κελί της και της αρνήθηκαν οποιαδήποτε ιατρική βοήθεια μέχρι τη μέρα που πέρασε από ανακριτή.
Την καταγγελία της επιβεβαιώνουν οι δύο συλληφθέντες που μιλούν σήμερα στην «Εφ.Συν.». «Την έβριζαν “πουτάνα”, φώναζε και ακουγόταν στην άλλη άκρη του διαδρόμου που ήμασταν εμείς. Οταν πήγαμε στον εισαγγελέα είδαμε πόσο χτυπημένη ήταν». Η 18χρονη αφέθηκε ελεύθερη με περιοριστικούς όρους και αντιμετωπίζει κακουργηματικές κατηγορίες. Φέρει ακόμα σοβαρό τραυματισμό στο πρόσωπό της, το οποίο είναι πρησμένο και μελανιασμένο, ενώ έχει χτυπηθεί και στα πόδια.
Η αποτύπωση του φόβου στα μάτια ενός συλληφθέντος
Ενας από τους 16 συλληφθέντες περιγράφει στην «Εφ.Συν.» μέρος όσων διαδραματίστηκαν στη ΓΑΔΑ μετά την προσαγωγή του. Αν και αρχικά εκτιμούσε ότι σύντομα θα αφηνόταν ελεύθερος λόγω της μη συμμετοχής του σε έκνομες πράξεις, τελικά βρέθηκε αντιμέτωπος με βαρύ κατηγορητήριο και αφέθηκε ελεύθερος με περιοριστικούς όρους, όπως οι περισσότεροι συλληφθέντες.
Οπως μας λέει, το βράδυ της 9/3/21 προσαχθέντες από διαφορετικά σημεία της Νέας Σμύρνης και σε διαφορετικό χρόνο μεταφέρονταν στη ΓΑΔΑ, χωρίς καμία εξήγηση για ποιον λόγο βρίσκονται εκεί και χωρίς να τους επιτρέπεται το δικαίωμα επικοινωνίας με δικηγόρο, ενώ είχαν κατασχεθεί προσωρινά τα κινητά τηλέφωνά τους. Εκείνη την ώρα δεν γνώριζαν καν για την έκταση των επεισοδίων, ούτε για τον τραυματισμό του αστυνομικού, αλλά τσουβαλιάζονταν τριάντα άτομα σε έναν μικρό χώρο στον έκτο όροφο της ΓΑΔΑ, χωρίς τη λήψη των απαραίτητων μέτρων προστασίας από την πανδημία και ενώ κάποιοι αστυνομικοί τούς απευθύνονταν χωρίς να φορούν μάσκες.
Οι προσαχθέντες βίωσαν αστυνομικές αυθαιρεσίες, όπως για παράδειγμα κατά την είσοδό τους στη ΓΑΔΑ που τους έλεγαν χαρακτηριστικά «Το χαρήκατε, πουτάνες, απόψε; Θέλατε νεκρό συνάδελφο;» ή όταν άνδρες της ομάδας ΔΡΑΣΗ περνούσαν με κατασχεθέντα (καδρόνια, πέτρες) υπονοώντας ότι θα τους τα φορτώσουν στο κατηγορητήριο. Εμφανή ήταν τα χτυπήματα κάποιων προσαχθέντων, μερικοί από τους οποίους είχαν «ειδική μεταχείριση» σε γραφεία του έκτου ορόφου με ανακριτικές μεθόδους που παραπέμπουν σε άλλες εποχές.
Από τα δωμάτια αυτά οι περισσότεροι, όπως παρατηρεί ο συλληφθείς, έβγαιναν τρομαγμένοι, κυρίως οι ανήλικοι, ενώ κάποιοι ενήλικοι δήλωναν σωματική και λεκτική βία. Αυτά, όπως προσδιορίζει χρονικά, συνέβαιναν από τις πρώτες προσαγωγές περίπου στις 7.30 το βράδυ της Τρίτης μέχρι τις πρωινές ώρες της Τετάρτης, διάστημα κατά το οποίο όσοι παρέμειναν στη ΓΑΔΑ δεν έφαγαν, δεν ήπιαν νερό και δεν κοιμήθηκαν.
Το πρωί της Τετάρτης οδηγήθηκαν ενώπιον εισαγγελέα καλούμενοι να υπερασπιστούν σε αυτήν την κατάσταση τον εαυτό τους και επέστρεψαν στη ΓΑΔΑ, όπου οδηγήθηκαν σε κελιά για να παραμείνουν μέχρι την απολογία τους. Χαρακτηριστικό είναι ότι όλοι παρατήρησαν τη διαφορετική, πιο ευπρεπή, μεταχείριση που είχαν μόνο κατά τη διάρκεια της μεταγωγής τους στην Ευελπίδων.
Ομως, όπως μας λέει, στα κρατητήρια η μεταχείρισή τους ήταν επιλεκτική, καθώς άλλους δεν τους άφησαν να πάνε καθόλου στην τουαλέτα ή να πιουν νερό, σε άλλους επέτρεπαν την τουαλέτα τρεις φορές τη μέρα, ενώ απαγόρευσαν την έξοδο από το κελί σε τέσσερις συλληφθέντες (δύο αγόρια και δύο κορίτσια). Χαρακτηριστικό είναι επίσης ότι το βράδυ της Τετάρτης, μόλις κάποιοι είχαν καταφέρει να κοιμηθούν, τους έβγαζαν ξαφνικά στον διάδρομο έναν έναν με λαβές και τους οδηγούσαν σε δωμάτιο χωρίς κάμερες, όπου τους διέταζαν να βγάζουν τα ρούχα τους και να κάνουν βαθύ κάθισμα.
Στους συλληφθέντες δεν επιστράφηκαν όλα τα προσωπικά τους αντικείμενα και έμειναν στα αζήτητα πολλά από αυτά που τους έστελναν οι οικείοι τους τις μέρες της προσωρινής τους διαμονής. Για τον λόγο αυτό εκφράζουν φόβο ότι οποιοδήποτε από αυτά τα αντικείμενα μπορεί ενδεχομένως να χρησιμοποιηθεί εναντίον τους ανά πάσα στιγμή και δηλώνουν δημόσια ότι σε μια τέτοια περίπτωση την ευθύνη έχει η ελληνική αστυνομία.
*****
Ακολουθεί η σημερινή απάντηση της Εφ.Συν. στο υπουργείο:
Το χθεσινό πρωτοσέλιδο της «Εφ.Συν.» |
Δεν μας τρομάζετε, κ. Χρυσοχοΐδη
Με έναν πρωτοφανή τρόπο ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη επιχείρησε χτες να φιμώσει την «Εφ.Συν.» επειδή η εφημερίδα μας τολμά να ασχοληθεί με τα κρούσματα ακραίας αστυνομικής βίας που καταγγέλλονται τόσο στον δημόσιο χώρο όσο και στο εσωτερικό των αστυνομικών οχημάτων και στη ΓΑΔΑ.
Δεν ανέλαβε βέβαια ο κ. Χρυσοχοΐδης προσωπικά την ευθύνη για την απαράδεκτη αυτή πρωτοβουλία. Χρησιμοποίησε ως όχημα το Αθηναϊκό Πρακτορείο, το οποίο μετέδωσε «ανακοίνωση της ΕΛ.ΑΣ.», σύμφωνα με την οποία χαρακτηρίζεται «απολύτως ψευδές και ακραία δυσφημιστικό» το χτεσινό μας πρωτοσέλιδο, και ζητείται η «δημοσίευση της διάψευσης στον ίδιο χώρο». Ας ξεκαθαρίσουμε λοιπόν τα πράγματα:
- Ρόλος του Τύπου και των δημοσιογράφων είναι να φέρνουν στο φως τις καταγγελίες των πολιτών, ιδιαίτερα όταν αφορούν τόσο σημαντικές περιπτώσεις παραβίασης ανθρώπινων δικαιωμάτων. Τι διαφορετικό έκανε η «Εφ.Συν.»;
- Ρόλος του υπουργείου και της ηγεσίας της ΕΛ.ΑΣ. είναι να διερευνούν όλες αυτές τις καταγγελίες, αναθέτοντας σε ανεξάρτητες αρχές τον ρόλο του ελέγχου. Ποια έρευνα διατάχθηκε για τη χτεσινή καταγγελία;
- Ρόλος του υπουργού είναι να μην κρύβεται πίσω από τις υπηρεσίες του, αλλά να αναλαμβάνει ο ίδιος την ευθύνη για τέτοιου είδους επιθέσεις στον Τύπο. Πώς ακριβώς διαχωρίζεται ο κ. Χρυσοχοΐδης από τους υφισταμένους του;
- Ρόλος του Αθηναϊκού Πρακτορείου δεν είναι να μεταδίδει χωρίς απάντηση τις κυβερνητικές επιθέσεις σε μέσα ενημέρωσης. Πότε ήταν η τελευταία φορά που ασχολήθηκε με την αστυνομική αυθαιρεσία το ΑΠΕ;
- Ρόλος των υπόλοιπων μέσων ενημέρωσης είναι να μην υιοθετούν αβασάνιστα αυτή την επίθεση του υπουργείου σε συναδέλφους τους, αλλά να φροντίσουν να κάνουν κι αυτοί το σχετικό ρεπορτάζ για να διαπιστώσουν μόνοι τους την ακρίβεια των καταγγελιών. Πότε θα τελειώσει τέλος πάντων η υποχρέωση που έχουν αναλάβει από τη λίστα Πέτσα;
Η ανακοίνωση, βέβαια, του κ. Χρυσοχοΐδη που υπογράφει η ΕΛ.ΑΣ. και διακινεί το κρατικό Πρακτορείο Ειδήσεων είναι εξαιρετικά αποκαλυπτική για τον τρόπο που επιχειρείται η συγκάλυψη των πολιτικών ευθυνών για το όργιο της αστυνομικής βίας της τελευταίας περιόδου. Ο κ. Χρυσοχοΐδης αναφέρεται μόνο στη συνέντευξη του ενός κατηγορούμενου και αποφεύγει να απαντήσει στις υπόλοιπες καταγγελίες, για τις οποίες δεν έχει προφανώς τίποτα να πει.
Αλλά η σοβαρότητα της δήλωσής του προδίδεται και από το γεγονός ότι αναφέρεται λάθος το όνομα του καταγγέλλοντος. Βέβαια ο κ. Χρυσοχοΐδης δεν παραλείπει να αναφερθεί σε προγενέστερη σύλληψή του, παραδεχόμενος έτσι το γεγονός ότι η αντιμετώπιση μιας ομάδας πολιτών εξακολουθεί να στηρίζεται στους φακέλους που τηρούνται γι’ αυτούς στις αστυνομικές υπηρεσίες.
Το σημαντικότερο πάντως είναι ότι μ’ αυτή τη σπασμωδική αντίδρασή του ο κ. Χρυσοχοΐδης διέψευσε όσα έλεγαν μέχρι χτες ο ίδιος και τα στελέχη του υπουργείου του για τα ζητήματα που έθεσε η Επιτροπή Αλιβιζάτου και βέβαια γελοιοποίησε την ανακοίνωση με τις «42 αλήθειες για την αστυνομική αυθαιρεσία και υπέρμετρη βία» που εκδόθηκε από το υπουργείο την περασμένη Παρασκευή, σύμφωνα με την οποία υποτίθεται ότι υιοθετήθηκαν «απολύτως» τα συμπεράσματα και οι προτάσεις Αλιβιζάτου (θέση 6), ότι «η κυβέρνηση και το υπουργείο παροτρύνουν τους πολίτες να καταγγέλλουν τα περιστατικά» (θέση 11), ότι όχι μόνο δεν καλύπτει το υπουργείο την αυθαιρεσία των αστυνομικών, αλλά «ισχύει το ακριβώς αντίθετο» (θέση 17) κ.ο.κ.
Η χτεσινή επίθεση Χρυσοχοΐδη γελοιοποιεί την έως χτες κυβερνητική επιχειρηματολογία σχετικά με τη δράση των δυνάμεων καταστολής. Και μας ανησυχεί ως δημοσιογράφους αλλά και ως πολίτες. «Εφ.Συν.»
«Η καταγγελία του πρέπει να διερευνηθεί περαιτέρω»
Η ταχύτητα της διάψευσης των καταγγελιών από το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη είναι ενδεικτική για την ποιότητα της έρευνας που ακολούθησε την καταγγελία του εντολέα μου, Αριστοτέλη Παπαζαχαριουδάκη. Είναι προφανές ότι όπου δεν υπάρχει καταγραφή από βίντεο ή φωτογραφίες, θα υπάρχει πλήρης άρνηση των καταγγελιών περιστατικών βίας και υπόδειξη του καταγγέλλοντος ως ψευδόμενου.
Αφότου αφέθηκε ελεύθερος με περιοριστικούς όρους, πήγε στο νοσοκομείο και υποβλήθηκε σε ιατρικές εξετάσεις. Οι σωματικές βλάβες που του προκλήθηκαν έχουν καταγραφεί.
Στις καταγγελίες αυτές προέβη παρά το γεγονός ότι η ανάκριση είναι σε εξέλιξη και παρά τον ενδεχόμενο κίνδυνο που διατρέχει να «εμπλουτιστεί» η δικογραφία με νέα στοιχεία εις βάρος του εξαιτίας της καταγγελίας του για την κακοποίησή του. Πρέπει επίσης να τονιστεί ότι η αναφορά στα αδικήματα που του αποδίδονται δεν καθιστά τον καταγγέλλοντα αναξιόπιστο, πολλώ δε μάλλον όταν το υλικό της δικογραφίας είναι εντελώς αναντίστοιχο προς τις κατηγορίες που απαγγέλλονται.
Δυστυχώς η άσκηση υπέρμετρης αστυνομικής βίας είναι μια κανονικότητα που δεν ξορκίζεται με διαψεύσεις, αλλά με ποινικούς και πειθαρχικούς ελέγχους των καταγγελιών και των καταγεγραμμένων περιστατικών βίας. Ο χρόνος τον οποίο ο ίδιος επέλεξε για την καταγγελία του είναι προφανώς ο χρόνος κατά τον οποίο αισθανόταν περισσότερο ασφαλής. Για όλους τους πιο πάνω λόγους η καταγγελία του πρέπει να διερευνηθεί περαιτέρω.
Αθήνα, 16/03/21
Αννα Παπαρρούσου, συνήγορος του Αριστοτέλη Παπαζαχαριουδάκη
Η αβασάνιστη σκοπιμότητα του υπουργείου
Στην ανακοίνωσή του το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη υποστηρίζει ότι η «Εφ.Συν.» δημοσίευσε με «αβασάνιστη σκοπιμότητα» καταγγελία περί δήθεν βασανισμού κατηγορούμενου για σωρεία αδικημάτων. Αραγε απαιτείται σκοπιμότητα για τη δημοσιοποίηση επώνυμης καταγγελίας που τίθεται προς διερεύνηση από τις αρμόδιες αρχές;
Συνεχίζει λέγοντας ότι «οι καταγγελίες της εφημερίδας είναι απολύτως ψευδείς και ακραία δυσφημιστικές για την Ελληνική Αστυνομία». Οι καταγγελίες δεν είναι της εφημερίδας, δημοσιοποιήθηκαν στην εφημερίδα.
«Απαιτείται από την Εφημερίδα των Συντακτών η δημοσίευση της διάψευσης στον ίδιο χώρο της εφημερίδας και με τον ίδιο τρόπο». Θα μπορούσε να ήταν φράση σε εξώδικο αλλά είναι μέρος της ανακοίνωσης της ΕΛ.ΑΣ. που δεν εστάλη καν στην «Εφ.Συν.», δημοσιοποιήθηκε στο κρατικό Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων και αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα του υπουργείου. Στη μία ανακοίνωση το όνομα του καταγγέλλοντος είναι «Δημήτρης», στη δεύτερη «Αριστοτέλης».
«Σημειώνεται ότι η Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων της Ελληνικής Αστυνομίας έχει επιληφθεί με εντολή εισαγγελέα, όλων των καταγγελιών περί άσκησης υπέρμετρης βίας εκ μέρους αστυνομικών για τα γεγονότα της 9ης Μαρτίου». Προφανώς το υπουργείο έχει αποφασίσει ότι, σε αντίθεση με τις υπόλοιπες καταγγελίες, η συγκεκριμένη κρίνεται ψευδής χωρίς να διερευνηθεί.
Η ΕΣΗΕΑ καλείται να τοποθετηθεί
Η πρωτοφανής και αδιανόητη αντίδραση του υπουργείου Προ.Πο. και της ΕΛ.ΑΣ. στο χθεσινό πρωτοσέλιδο της «Εφ.Συν.» και ειδικότερα σε ένα από τα στοιχεία του ρεπορτάζ που ήταν η (επώνυμη) συνέντευξη συλληφθέντος μία μέρα μετά τα επεισόδια στη Νέα Σμύρνη δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητη από την ΕΣΗΕΑ. Το συνδικαλιστικό όργανο των δημοσιογράφων είναι υποχρεωμένο να προστατεύει την ελευθερία του λόγου και της άποψης μέσα στα αποδεκτά πλαίσια που καθορίζει ο κώδικας δεοντολογίας. Επιπλέον, η χρήση του ΑΠΕ και της ΕΡΤ ως εργαλείων δημόσιας «επίθεσης» του Μ. Χρυσοχοΐδη σε μια εφημερίδα που αντιπολιτεύεται την κυβέρνηση συνιστά ακόμη ένα στοιχείο για το οποίο οφείλει η ΕΣΗΕΑ να πάρει θέση.
Καλούμε την ΕΣΗΕΑ να εξετάσει και να τοποθετηθεί άμεσα στο απαράδεκτο αυτό γεγονός, ενώ παράλληλα θα προσφύγουμε με καταγγελία τόσο στη Διεθνή όσο και στην Ευρωπαϊκή Ενωση Δημοσιογράφων. Θυμίζουμε ότι, σύμφωνα με τα στοιχεία κατάταξης της ελευθερίας των Μέσων Ενημέρωσης το 2020, που παρουσιάστηκαν στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο από τους Δημοσιογράφους Χωρίς Σύνορα, η Ελλάδα ανήκει στην προτελευταία κατηγορία των χωρών της Ε.Ε. με τον χαρακτηρισμό «προβληματική», μαζί με την Ουγγαρία, τη Μάλτα, τη Ρουμανία, την Κροατία, ενώ μόνο μία χώρα της Ε.Ε. καταγράφεται ως «κακή», η Βουλγαρία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου