Τα παλιά, πολιτικά χρόνια, όταν διαπιστώνονταν απευθείας ανάθεση σε φίλα προσκείμενο εργολήπτη στην κυβέρνηση γινόταν πολιτικός σεισμός. Ποιος μπορεί να ξεχάσει την περίφημη “διαπλοκή” κυβέρνησης με εργολάβους, τις καταγγελίες μπαμπά Μητσοτάκη “με έριξαν τα συμφέροντα” και τις πολύ μετέπειτα καταγγελίες Τσίπρα για τη “διαπλοκή” ΜΜΕ και τραπεζών; Σταδιακά όμως και ειδικά μετά το 2017-2018 οι απευθείας αναθέσεις σκαρφάλωναν στις προτιμήσεις του δημοσίου. Μετά το 2019 άρχισε το οργιαστικό πάρτυ το οποίο κορυφώθηκε με τη δικαιολογία της πανδημίας Covid19. Από το περίπου ένα τρίτο απευθείας αναθέσεων στο σύνολο έργων ως το 2019 φθάσαμε το 2023 να δίνονται απευθείας, με κλειστές κυρίως διαδικασίες, το 70% των συμβάσεων του κράτους. Ένα συνεχές πάρτυ με χορούς εκατομμυρίων ευρώ ανάμεσα στο ζευγάρι “δημοσίου- εργοληπτών” που κανονίζουν μεταξύ τους, χωρίς καμία διαφάνεια όλες τις λεπτομέρειες των κάθε λογής έργων. Να προσθέσουμε επίσης το στοιχείο πως σε κάθε ανάθεση πάσης φύσεως, τόσο στον ιδιωτικό όσο και στο δημόσιο τομέα, υπάρχει η “θεσμοθετημένη” αμοιβή για τον μεσάζοντα, κάτι σαν “φακελάκι”. Όπως επίσης υπάρχει η περίφημη κατάθεση έκπτωσης από τους ενδιαφερόμενους με την οποία πριμοδοτούνται. Το ποιοι επωφελούνται από τις διαδικασίες των απευθείας αναθέσεων και της κατάτμησης μεγάλων έργων σε μικρότερα ώστε να αποφεύγεται η υποχρέωση διαγωνισμών και συγκεκριμένων διαδικασιών, το αφήνουμε στη φαντασία των αναγνωστών.
Κόλαφος η έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου
Δύο από τις πιο πρόσφατες σκανδαλώδεις υποθέσεις που προκάλεσαν το κοινό αίσθημα των πολιτών, η απευθείας ανάθεση έργου από τον υπουργό υποδομών Χρήστο Σταϊκούρα στην εταιρεία συμβούλων όπου εργάζεται η σύζυγός του και οι παραγγελίες χαλιών της υπουργού Τουρισμού Όλγας Κεφαλογιάννη είναι μάλλον παρωνυχίδα μπροστά σε όσα συμβαίνουν από το 2020 και δώθε.
Λίγο πριν φύγει και το 2024, στο Κεντρικό Ηλεκτρονικό Μητρώο Δημοσίων Συμβάσεων για το 2023 αναφέρεται ότι συνολικά υπεγράφησαν 252.890 συμβάσεις, από αυτές οι 184.757 ήταν με απευθείας ανάθεση. Δηλαδή περισσότερες από 7 στις 10 συμβάσεις, περίπου το 73% δόθηκαν με απευθείας ανάθεση. Το 2022 το αντίστοιχο ποσό ανέρχεται σε 65%.
Σε ό,τι αφορά τα ποσά που διατέθηκαν για τις συμβάσεις. Οι 252.890 συμβάσεις έργων το 2023 ανέρχονται σε 17,438 δισ. ευρώ, ένα από τα υψηλότερα ποσά που έχει καταγραφεί στη χώρα μας. Είναι χαρακτηριστικό ότι ξεπερνά και τα ποσά προ μνημονίων. Οι αναθέσεις με ανοιχτή διαδικασία, ευτυχώς ακόμη, έχουν τη μεγαλύτερη αξία. Περίπου 37.562 συμβάσεις έναντι 12,2 δισ. ευρώ. Σε αξία, στη 2η θέση βρίσκονται οι απευθείας αναθέσεις, σχεδόν 2,2 δισεκ ευρώ έναντι 184.757 συμβάσεων.
Στην Έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου που παραδόθηκε στη Βουλή οι επισημάνσεις από τα πορίσματα των ελέγχων που διενήργησε αν και είναι γραμμένα πολύ προσεκτικά, παραμένουν αποκαλυπτικά:
Οι δημόσιοι φορείς δεν προγραμματίζουν εγκαίρως και ορθολογικά την κάλυψη των αναγκών τους. Προσαρμόζουν τις ανάγκες τους στο όριο των απευθείας αναθέσεων καλύπτοντας αυτές αποσπασματικά και προβαίνοντας σε κατατμήσεις.
Δεν αιτιολογείται επαρκώς ο απρόβλεπτος και επείγων χαρακτήρας των αναγκών που καλύπτονται με προσφυγή στη διαδικασία με διαπραγμάτευση. Οι αναθέτοντες φορείς ταυτίζουν το «απρόβλεπτο» με το «επείγον».
Σε πολλές περιπτώσεις δεν καθορίζεται με σαφήνεια το αντικείμενο της σύμβασης ούτε προκύπτει ο τρόπος υπολογισμού της εκτιμώμενης δαπάνης. Δεν αποδεικνύεται προηγούμενη έρευνα αγοράς.
Δεν παρέχονται εχέγγυα διαφάνειας ως προς την επιλογή του αναδόχου και τον καθορισμό του τιμήματος ιδίως όταν διενεργούνται επανειλημμένες αναθέσεις στον ίδιο ανάδοχο. Δεν υφίστανται προκαθορισμένα και επομένως επαληθεύσιμα κριτήρια επιλογής όσων καλούνται να υποβάλουν προσφορά. Δεν γίνεται διαπραγμάτευση του τιμήματος.
Το υψηλότερο ποσοστό απευθείας αναθέσεων παρατηρήθηκε στα νοσοκομεία. Μικρό ποσοστό των συμβάσεών τους ανατίθεται μέσω διαγωνιστικών διαδικασιών λόγω χρόνιων συστημικών αδυναμιών σε συνδυασμό με τις επιτακτικές ανάγκες προμήθειας φαρμάκων και λοιπών αναλωσίμων.
Οι δημόσιοι φορείς δεν διαθέτουν σύστημα αξιολόγησης των καταγγελιών και αξιοποίησης αυτών για τη βελτίωση της ακεραιότητας της διαδικασίας των απευθείας αναθέσεων.
Υπάρχουν σημαντικά περιθώρια ενίσχυσης στην ουσιαστική συμμετοχή των διοικητικών υπηρεσιών του φορέα κατά τη διαδικασία που προηγείται της τελικής απόφασης ώστε να μην δημιουργούνται υπόνοιες αυθαιρεσίας και αδιαφάνειας.
Πιο αναλυτικά στοιχεία για το “σπορ” των απευθείας αναθέσεων δημοσίευσε πρόσφατα η “Ναυτεμπορική” για το πρώτο 9μηνο του 2024. Όπως επισημαίνεται οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης παραμένουν “πρωταθλητές” στο πάρτι που έχει στηθεί τα τελευταία χρόνια. Οι παρατηρήσεις του Ελεγκτικού Συνεδρίου επαναλαμβάνονται καρμπόν: “αδικαιολόγητες απευθείας αναθέσεις, σπάσιμο των συμβάσεων ώστε να εμπίπτουν στα όρια των απευθείας αναθέσεων, επίκληση επειγουσών καταστάσεων χωρίς να υφίστανται, φωτογραφικοί διαγωνισμοί, απουσία διαφάνειας και ελέγχου, μη καθορισμός κριτηρίων, κ.λ.π.”
Όπως αναφέρει το ρεπορτάζ της Ναυτεμπορικής στη χώρα μας αυτή τη στιγμή, μπορούν να συνάψουν δημόσιες συμβάσεις περίπου 3.500 φορείς, που αποκαλούνται αναθέτουσες αρχές και υπάγονται σε Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΟΤΑ), Υγείας, Κεντρικής Διοίκησης (υπουργεία) και Λοιπούς Φορείς (ευρύτερος δημόσιας τομέας).
Από τα 12.035 δισ. ευρώ των συμβάσεων του εννεαμήνου το 2024, τα 4,620 δισ. ευρώ ποσοστό 38,4% δόθηκαν από τους Λοιπούς Φορείς. Στη δεύτερη θέση βρίσκονται οι φορείς ΟΤΑ με συμβάσεις ύψους 3,524 δισ. ευρώ και ποσοστό 29,3%, στην τρίτη θέση η Κεντρική Διοίκηση με 2,546 δισ. ευρώ ποσοστό 21,15%, ενώ στην τελευταία θέση οι φορείς Υγείας με 1,343 δισ. ευρώ ποσοστό 11,17%.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου