23 Ιουνίου 2025

Μονιμότητα στο Δημόσιο: Θεσμικό αντίβαρο ή εργαλείο κομματισμού; - Άρθρο της Βανέσσας Παναγιώτας Ντέγκα, εφέτης και μέλος του Δ.Σ. της Ένωσης Διοικητικών Δικαστών, για τη μονιμότητα στο Δημόσιο

Βανέσσα Παναγιώτα Ντέγκα*

Μονιμότητα στο Δημόσιο: θεσμικό αντίβαρο ή εργαλείο κομματισμού;

Βανέσσα Παναγιώτα Ντέγκα*

Η πρόσφατη εξαγγελία του πρωθυπουργού για άρση της μονιμότητας των δημοσίων υπαλλήλων μέσω συνταγματικής αναθεώρησης αποτελεί μια επικίνδυνη διολίσθηση προς έναν συνταγματικό λαϊκισμό, που επινοεί εχθρούς της δημοκρατίας, προκειμένου να δικαιολογήσει μέτρα που την υπονομεύουν στο όνομα της δήθεν προστασίας της.

Η μονιμότητα δεν είναι προνόμιο των δημοσίων υπαλλήλων, αλλά θεσμικό αντίβαρο ενάντια στον κομματισμό, την ευνοιοκρατία και τις πελατειακές πρακτικές. Κατοχυρώθηκε για πρώτη φορά στο Σύνταγμα το 1911 από τον Ελευθέριο Βενιζέλο, ως τομή φιλελεύθερου εκσυγχρονισμού, για να θωρακιστεί ο κρατικός μηχανισμός από την αυθαιρεσία της εκάστοτε κυβέρνησης. Πριν από τη συνταγματική της κατοχύρωση, το κράτος αντιμετωπιζόταν ως λάφυρο. Η Πλατεία Κλαυθμώνος έμεινε στην ιστορία ως διαχρονικό σύμβολο μιας δημόσιας διοίκησης εξαρτημένης από τις πολιτικές εναλλαγές.

Η θεσμική αυτή εγγύηση ανεστάλη μόνο σε περιόδους δημοκρατικής εκτροπής: από τη δικτατορία του Πάγκαλου και του Μεταξά έως τον Εμφύλιο και τη χούντα των συνταγματαρχών, ο δημόσιος τομέας μετατράπηκε σε πεδίο πολιτικών εκκαθαρίσεων, με τα πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων να αποτελούν το πιο χαρακτηριστικό εργαλείο αποκλεισμού και ελέγχου. Είναι αυτό το ιστορικό προηγούμενο που, σήμερα, επιχειρείται να επιστρέψει από την πίσω πόρτα, με τον μανδύα της συνταγματικής αναθεώρησης;

Οπως η ισοβιότητα των δικαστών κατοχυρώνει την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης από κάθε μορφή πολιτικής επιρροής, έτσι και η μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων εγγυάται την αμεροληψία, την ουδετερότητα και τη συνέχεια της δημόσιας διοίκησης. Δεν προστατεύουν πρόσωπα, αλλά το κράτος δικαίου απέναντι στις μικροπολιτικές σκοπιμότητες και τον «φατριασμό». Ευρωπαϊκές χώρες με ισχυρούς δημοκρατικούς θεσμούς, όπως η Γερμανία, η Γαλλία, η Ιταλία, διατηρούν αντίστοιχες εγγυήσεις μονιμότητας.

Το ίδιο το Σύνταγμα, στο άρθρο 103, προβλέπει με σαφήνεια τους λόγους λύσης της δημοσιοϋπαλληλικής σχέσης: παύση κατόπιν δικαστικής απόφασης, κατάργηση της οργανικής θέσης ή απόλυση με απόφαση του αρμόδιου υπηρεσιακού συμβουλίου, στο οποίο μάλιστα η εκάστοτε κυβέρνηση διατηρεί την πλειοψηφία. Συνεπώς, δεν υφίσταται καμία θεσμική «ασυλία» για τους επίορκους, αδιάφορους ή ανίκανους υπαλλήλους. Τι ακριβώς επιδιώκει να προσθέσει η εξαγγελθείσα αναθεώρηση; Μήπως το δικαίωμα της κυβέρνησης να απολύει δημοσίους υπαλλήλους κατά το δοκούν;

Η διχαστική λογική του κοινωνικού αυτοματισμού, η τεχνητή αντιπαράθεση μεταξύ «βολεμένων» δημοσίων υπαλλήλων και «μη προνομιούχων» εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα αποδεικνύονται εξαιρετικά βολικές για την αποσιώπηση των ευθυνών της πολιτείας. Οι δυσλειτουργίες του δημοσίου τομέα δεν οφείλονται στη μονιμότητα του προσωπικού του αλλά στην υποστελέχωση στην παιδεία, την υγεία και την κοινωνική ασφάλιση, στην έλλειψη στρατηγικού πολιτικού σχεδιασμού και τη διαχρονική πολυνομία. Αντί να επιδιώκεται η καθολική κατοχύρωση της σταθερής απασχόλησης, στοχοποιείται ο μόνος τομέας όπου αυτή διασφαλίζεται θεσμικά: το Δημόσιο. Πενήντα χρόνια μετά το Σύνταγμα του 1975, η αμφισβήτηση της μονιμότητας συνιστά σημείο καμπής σε μια πορεία κοινωνικής οπισθοδρόμησης. Απέναντι στην αποδόμηση των θεμελιωδών δημοκρατικών κεκτημένων, καθήκον μας είναι η προάσπισή τους, ώστε να παραδοθούν ακέραια και ζωντανά στις γενιές που έρχονται.

* Πρόεδρος της Ενωσης Διοικητικών Δικαστών, εφέτης Δ.Δ.

ΠΗΓΗ

***

kyriakos
ΤΑΤΙΑΝΑ ΜΠΟΛΑΡΗ/EUROKINISSI

Εμμονικός με τους δημόσιους υπαλλήλους

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ξεχωρίζει απ’ όλους τους άλλους πολιτικούς γιατί είναι... εμμονικός. Και μία από τις κυριότερες εμμονές του είναι με τους δημόσιους υπαλλήλους. Για κάποιον λόγο -που δεν εδράζεται σε κάποιο, απροσδιόριστο έστω, δημόσιο συμφέρον- ήταν και παραμένει ο απηνής διώκτης τους.

Την περίοδο των μνημονίων, ως υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, διακήρυττε κάθε τρεις και λίγο την απόλυση δημόσιων υπαλλήλων κατά χιλιάδες. Κι έκανε ό,τι μπορούσε για να ανοίξει ο δρόμος ώστε οι εν λόγω εργαζόμενοι να ελέγχονται για πειθαρχικές παραβάσεις και να τίθενται σε κατάσταση αργίας, με στερήσεις ή μειώσεις μισθών και με απώτερο στόχο την απόλυσή τους.

Τότε δεν τα κατάφερε καλά. Δεν του πέρασε, δηλαδή, όπως θα ήθελε. Κι έτσι επανήλθε, κρυπτόμενος, αυτή τη φορά, πίσω από την περιβόητη αξιολόγηση υπηρεσιών και εργαζομένων στον δημόσιο τομέα. Τον περασμένο Μάρτιο ανακοίνωσε ότι η αξιολόγηση θα λάβει συνταγματικό χαρακτήρα και θα συμπεριληφθεί στην προσεχή αναθεώρηση του Συντάγματος.

Τώρα, ενθαρρυμένος από την απόφαση του ΣτΕ που έκρινε συνταγματικό τον νόμο για τα ιδιωτικά ΑΕΙ, μάλλον δεν χρειάζεται το Σύνταγμα. Αντί να περιμένει τη συνταγματική αλλαγή, νομοθετεί άμεσα. Ετσι, τις επόμενες μέρες θα δοθεί στη διαβούλευση νομοσχέδιο που αλλάζει, ακραία, προς το χειρότερο το ισχύον πειθαρχικό δίκαιο στο Δημόσιο και ανάμεσα στα άλλα προβλέπει πειθαρχικές ποινές -μέχρι και απόλυση- για τους υπαλλήλους που αρνούνται/παραλείπουν για δύο συνεχόμενες περιόδους την αξιολόγησή τους.

Το ερώτημα βεβαίως είναι διαφορετικό: Η αξιολόγηση είναι αυτή που λείπει από το Δημόσιο ή οι όροι και οι προϋποθέσεις ώστε αυτή να είναι απολύτως αδιάβλητη και αντικειμενική; Η αξιολόγηση λείπει από το Δημόσιο ή η αναδιοργάνωσή του ώστε να μπορούν να μετριούνται σε όλο το μήκος και το πλάτος του ίδια πράγματα, με ίδιους όρους και προϋποθέσεις και με κριτήρια που δεν χωρούν αμφισβήτηση;

Αρέσει-δεν αρέσει στον κ. Μητσοτάκη και στους υπουργούς του, συστήματα αξιολόγησης στο ελληνικό Δημόσιο επιχειρήθηκαν να εφαρμοστούν εδώ και πάνω από τρεις δεκαετίες. Κι όλα σκόνταφταν στην αδυναμία ορισμού και εφαρμογής αξιοκρατικών όρων.

Για τον πρωθυπουργό, βεβαίως, αυτά είναι ψιλά γράμματα. Την αξιολόγηση -όπως δείχνει το νομοσχέδιό του- δεν τη θέλει για να βελτιωθεί το Δημόσιο, αλλά για να μπορεί να κάνει «νομιμοφανείς» απολύσεις υπαλλήλων. Τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο...

ΠΗΓΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου