Ελλείψεις, κενά στο πολυνομοσχέδιο για την ενδοοικογενειακή βία εντοπίζουν γυναικείες οργανώσεις και φεμινιστικές συλλογικότητες
Ελλείψεις και κενά εντοπίζουν εφτά γυναικείες οργανώσεις και φεμινιστικές συλλογικότητες στο πολυνομοσχέδιο για την ενδοοικογενειακή βία. Εκτός από την αδυναμία διαβούλευσης καθώς αυτό τέθηκε σε δημόσιο διάλογο μέσα στην εορταστική περίοδο για μόλις 14 ημέρες, οι γυναικείες οργανώσεις και οι φεμινιστικές συλλογικότητες δηλώνουν, μεταξύ άλλων, ότι δεν έχουν νομοθετηθεί πάγια αιτήματα των γυναικείων οργανώσεων: «για παράδειγμα η νομοθέτηση της ηλεκτρονικής επιτήρησης του δράστη με τη χρήση τεχνολογίας εντοπισμού θέσης και κίνησης (βραχιολάκι) στις περιπτώσεις που έχουν επιβληθεί περιοριστικοί όροι μη προσέγγισης του θύματος», με αποτέλεσμα να υπάρχει περιορισμένη αποτελεσματικότητα καθώς δεν εγγυάται γενικότερα την μη προσέγγιση του θύματος, παρά μόνο τη μη προσέγγιση σε συγκεκριμένους χώρους.
Επίσης, σύμφωνα με τις οργανώσεις, «υπάρχουν σημαντικά κενά που αφορούν την εφαρμογή των μέτρων, την επαρκή χρηματοδότηση και τους πόρους για τη στήριξη των υπηρεσιών, ενώ υπάρχουν και αντιφάσεις στην αξιολόγηση και τη διαχείριση υποθέσεων με επαναλαμβανόμενη βία. Αν δεν λυθούν αυτά τα προβλήματα, το νομοσχέδιο δεν θα είναι αποτελεσματικό. Ο νόμος θα πρέπει να συνοδευτεί από ενισχυμένα μέτρα εφαρμογής και συνεργασίας μεταξύ των φορέων του δικαστικού και κοινωνικού συστήματος, για να εξασφαλιστεί η πλήρης προστασία των θυμάτων και η αποδοτική αποτροπή της βίας». Εντυπωσιακή είναι και η έλλειψη αναφοράς στον όρο «γυναικοκτονία» στο προτεινόμενο νομοσχέδιο, όταν η οδηγία έχει στο προοίμιο αναφορά στις γυναικοκτονίες, ως βία κατά των γυναικών, καθώς και αναφορά στην υποστήριξη των παιδιών των θυμάτων.
Δείτε ολόκληρη την ανακοίνωση όπου αναπτύσσεται η κριτική των φεμινιστικών συλλογικοτήτων και οι διεκδικήσεις τους:
Στις 24.12.2024 ο Υπουργός Δικαιοσύνης Γεώργιος Φλωρίδης έθεσε σε δημόσια διαβούλευση ένα πολυνομοσχέδιο, περίπου 60 άρθρων με ημερομηνία λήξης την 7η Ιανουαρίου 2025, ώρα 20:00
Εξαιρετικά αρνητικό είναι το γεγονός ότι το Υπουργείο Δικαιοσύνης επιλέγει να θέσει σε δημόσιο διάλογο ένα σοβαρότατο νομοσχέδιο μέσα στην εορταστική περίοδο, χωρίς να παρέχεται η δυνατότητα ουσιαστικής διαβούλευσης. Τι διαβούλευση μπορεί να γίνει μέσα σε 14 ημέρες εορτών και διακοπών;;;
Το Υπουργείο Δικαιοσύνης επιλέγει να μην συγκροτήσει νομοπαρασκευαστική επιτροπή, όταν τόσα Υπουργεία και φορείς θα χρειαστεί να εμπλακούν, αν, όντως, επιδιώκεται η εφαρμογή του νομοσχεδίου. Η συμμετοχή εκπροσώπων συναρμόδιων φορέων θα επέλυε αρκετά θέματα. Π.χ. το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη έχει συγκροτήσει Ομάδα Εργασίας για την βία κατά των γυναικών και την ενδοοικογενειακή βία. Στις συνεδριάσεις της Ομάδας Εργασίας που συμμετέχουν μέλη γυναικείων οργανώσεων έχει κατατεθεί πληθώρα αιτημάτων επεξεργασμένων από τις οργανώσεις αυτές. Η απουσία της νομοπαρασκευαστικής επιτροπής εμποδίζει την προσέγγιση με ολοκληρωμένο και ουσιαστικό τρόπο. Θέματα υπάρχουν επίσης σε σχέση με το Υπουργείο Υγείας, με το Υφυπουργείο Ισότητας των Φύλων και το Υπουργείο Παιδείας.
Το Υπουργείο Δικαιοσύνης επιλέγει να μην συνδιαλέγεται με τις γυναικείες οργανώσεις που έχουν εμπειρία χρόνων από τον εθελοντικό τους αγώνα. Στη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης και στις συστάσεις της GREVIO για τον έλεγχο της εφαρμογής της Σύμβασης (νόμος 4531/2018) κατηγορηματικά δηλώνεται η αναγκαιότητα συνεργασίας με τις γυναικείες οργανώσεις και ο διάλογος για την επίλυση προβλημάτων.
Στο νομοσχέδιο δεν ενσωματώνεται ολόκληρη την οδηγία της ΕΕ 2024/1385, αν και έχει δοθεί επαρκής χρόνος για την επεξεργασία της και την ενσωμάτωσή της στο εθνικό μας δίκαιο. Μία τόσο σημαντική οδηγία, που θέτει και νέα ζητήματα σε σχέση με τη βία κατά των γυναικών στον κυβερνοχώρο, θα έπρεπε να αποτελέσει από μόνη της ειδικό νομοσχέδιο, το οποίο, σε συνδυασμό με τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης και τις συστάσεις της GREVIO θα μπορούσε να αποτελέσει ένα ολοκληρωμένο νομοθετικό πλαίσιο για την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας.
Υπενθυμίζεται ότι η Ελλάδα έχει υποχρέωση να απαντήσει στην επιτροπή ελέγχου της εφαρμογής της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης, GREVIO, για την εφαρμογή των συστάσεων, μέχρι την 5η Δεκεμβρίου 2026.
Εντυπωσιακή είναι η έλλειψη αναφοράς στον όρο «γυναικοκτονία» στο προτεινόμενο νομοσχέδιο, όταν η οδηγία έχει στο προοίμιο αναφορά στις γυναικοκτονίες, ως βία κατά των γυναικών, καθώς και αναφορά στην υποστήριξη των παιδιών των θυμάτων. Το φεμινιστικό κίνημα δίνει αγώνα για την αναγνώριση της γυναικοκτονίας ως ένα αυτοτελές ποινικό αδίκημα, και την θεσμική αλλαγή που θα ενισχύσει την πρόληψη, θα διασφαλίσει την απονομή δικαιοσύνης (χωρίς την αναγνώριση των ελαφρυντικών, τα οποία μετατρέπουν τη γυναικοκτονία σε έγκλημα «πάθους» ή «τιμής») και θα εξασφαλίσει την προστασία και στήριξη των οικογενειών των θυμάτων.
To γυναικείο κίνημα διεκδικεί χρόνια τώρα τη δημιουργία Οικογενειακών Δικαστηρίων στελεχωμένων με επαγγελματίες ψυχικής υγείας, που θα υποστηρίζουν το Δικαστήριο και θα αναλάβουν επίσης την επιτήρηση της εφαρμογής και των προβλημάτων στην εφαρμογή των αποφάσεων.
Αναγνωρίζουμε ότι το νομοσχέδιο ενσωματώνει θετικά μέτρα, όπως η επιτάχυνση της δικαστικής διαδικασίας, η αυστηροποίηση των ποινών και η ενίσχυση της προστασίας των θυμάτων. Παράλληλα, προβλέπει μέτρα για την παρακολούθηση των καταδικασθέντων και την πρόληψη μέσω κοινωνικών και εκπαιδευτικών δράσεων.
Ωστόσο κρίνεται ελλιπής ακόμη και στα επί μέρους άρθρα, όπως για παράδειγμα η νομοθέτηση της ηλεκτρονικής επιτήρησης του δράστη με τη χρήση τεχνολογίας εντοπισμού θέσης και κίνησης (βραχιολάκι), χρόνιο αίτημα των γυναικείων οργανώσεων, στις περιπτώσεις που έχουν επιβληθεί περιοριστικοί όροι μη προσέγγισης του θύματος, όπως προτείνεται στο άρθρο 18 του ν/σ, είναι εξαιρετικά περιορισμένης αποτελεσματικότητας, καθώς δεν εγγυάται γενικότερα την μη προσέγγιση του θύματος, παρά μόνο τη μη προσέγγιση σε συγκεκριμένους χώρους.
Επίσης υπάρχουν σημαντικά κενά που αφορούν την εφαρμογή των μέτρων, την επαρκή χρηματοδότηση και τους πόρους για τη στήριξη των υπηρεσιών, ενώ υπάρχουν και αντιφάσεις στην αξιολόγηση και τη διαχείριση υποθέσεων με επαναλαμβανόμενη βία. Αν δεν λυθούν αυτά τα προβλήματα, το νομοσχέδιο δεν θα είναι αποτελεσματικό. Ο νόμος θα πρέπει να συνοδευτεί από ενισχυμένα μέτρα εφαρμογής και συνεργασίας μεταξύ των φορέων του δικαστικού και κοινωνικού συστήματος, για να εξασφαλιστεί η πλήρης προστασία των θυμάτων και η αποδοτική αποτροπή της βίας.
Διεκδικούμε:
Η οδηγία ΕΕ 2024/1385 να αποτελέσει από μόνη της νέο ολοκληρωμένο νομοσχέδιο σε συνδυασμό με την Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης (4531/2018) και την εφαρμογή των συστάσεων της GREVIO που έχουν υποβληθεί στην χώρα μας από 14/11/2023.
Εισαγωγή του όρου «γυναικοκτονία» στο νομικό πλαίσιο.
Υλοποίηση του νόμου (2447/96) για τη δημιουργία Οικογενειακών Δικαστηρίων.
Περισσότερες δομές στήριξης θυμάτων ενδοοικογενειακής και οικονομικής βίας.
Ενίσχυση των μέτρων για την ταχεία απομάκρυνση προσβλητικού διαδικτυακού περιεχομένου.
Συντονισμένη εκπαίδευση των εμπλεκόμενων επαγγελματιών.
Εισαγωγή του μαθήματος της ισότητας των φύλων στο εκπαιδευτικό μας σύστημα.
Για την Επιτροπή για το Οικογενειακό Δίκαιο και την Συναινετική Συνεπιμέλεια
Οι γυναικείες οργανώσεις/φεμινιστικές συλλογικότητες
Δίκτυο για την Αντιμετώπιση της Βίας κατά των Γυναικών
Δίκτυο Γυναικών Συγγραφέων κατά της Έμφυλης Βίας και των Γυναικοκτονιών, «η φωνή της»
Ελληνικό Δίκτυο για την Φεμινιστική Απεργία
Ένωση Γυναικών Ελλάδας (Ε.Γ.Ε.)
Ένωση Ελληνίδων Νομικών
Εργαστήριο Σπουδών Φύλου, Τμήμα Κοινωνικής Πολιτικής, Πάντειο Πανεπιστήμιο
ΜΗΤΕΡΑΣ ΕΡΓΟΝ Σύλλογος Πολύτεκνων Μητέρων
Οι μαμάδες Mother’s Wings Greece
Ομάδα γυναικών του συλλόγου κοινωνικής και Πολιτιστικής Παρέμβασης Θρυαλλίδα
Ομάδα Γυναικών Πτολεμαΐδας
Πρωτοβουλία Γυναικών Πειραιά
Σωματείο Γυναικείων Δικαιωμάτων «ΤΟ ΜΩΒ»
Φεμινιστική Συλλογικότητα ΘΕΟΔΩΡΑ
***
Κέντρο Διοτίμα: «Άλλη μια χαμένη ευκαιρία για το υπ. Δικαιοσύνης να καταπολεμήσει αποτελεσματικά την έμφυλη βία»
«Αρχικά να επισημάνουμε ότι εγείρονται σοβαρά ζητήματα για τον γενικότερο τρόπο νομοθέτησης, τόσο εξαιτίας της ελάχιστης προθεσμίας που δόθηκε για διαβούλευση μέσα στην εορταστική περίοδο (24/1/2024-7/1/2025), και μάλιστα για μια τόσο σημαντική Οδηγία, όσο και για την ανυπαρξία οποιασδήποτε προηγούμενης ακρόασης των αρμόδιων φορέων, εξειδικευμένων οργανώσεων της Κοινωνίας των Πολιτών και γυναικείων οργανώσεων που υποστηρίζουν επιζώσες έμφυλης βίας, αλλά και διατομεακής συνεργασίας με συναρμόδιους δημόσιους φορείς (π.χ. Γενική Γραμματεία Ισότητας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ΚΕΘΙ, άλλα αρμόδια υπουργεία, κ.λπ.). Η διαδικασία που ακολουθήθηκε δεν αποτελεί μόνο δείγμα δημοκρατικού ελλείμματος αλλά ταυτόχρονα απομειώνει την αποτελεσματικότητα της συνολικότερης νομοθετικής πρωτοβουλίας» τονίζει η ανακοίνωση της οργάνωσης που εξειδικεύεται σε ζητήματα φύλου και έμφυλης καταπίεσης.
Σημαντικό γεγονός αποτελεί ότι «δεν συμπεριλήφθηκαν στο σχέδιο νόμου: το άρθρο 48 για την αποτροπή του victim blaming εντός δικαστικών αιθουσών σε υποθέσεις σεξουαλικής βίας, το άρθρο 35 που αφορά ειδικά μέτρα για την πρόληψη του βιασμού και την προώθηση της συναίνεσης, το άρθρο 36 για την κατάρτιση των επαγγελματιών, αλλά και διάφορα άρθρα που επισημαίνουν την ανάγκη λήψης στοχευμένων μέτρων υποστήριξης τόσο για τα θύματα σεξουαλικής βίας (26), Ακρωτηριασμού Γυναικείων Γεννητικών Οργάνων (27), σεξουαλικής παρενόχλησης στην εργασία (28) όσο και για τις επιζώσες που βιώνουν πολλαπλές διακρίσεις και ανισότητες, όπως γυναίκες με αναπηρία, προσφύγισσες, μετανάστριες, ηλικιωμένες, γυναίκες με χαμηλό εισόδημα, κρατούμενες, ΛΟΑΤΚΙ (33)».
«Από το σχέδιο νόμου παραλείπεται και αυτή τη φορά η ποινική τυποποίηση της γυναικοκτονίας, ενώ στην Οδηγία η γυναικοκτονία αναφέρεται στα εγκλήματα που εμπίπτουν στον ορισμό της βίας κατά των γυναικών (προοίμιο, σημείο 9) και υπάρχει ειδική μνεία για την ανάγκη υποστήριξης των παιδιών τους (προοίμιο, σημείο 69)» πληροφορεί ακόμα το Κέντρο Διοτίμα.
Ολόκληρη η ανακοίνωση:
«Δυστυχώς η χώρα έχασε την ευκαιρία να ενσωματώσει στο νέο ν/σ μια σειρά σημαντικών άρθρων της Οδηγίας για την καταπολέμηση της έμφυλης βίας.
Το Κέντρο Διοτίμα εκφράζει την ανησυχία και τον προβληματισμό του για το σχέδιο νόμου του υπουργείου Δικαιοσύνης που αφορά την αντιμετώπιση νέων μορφών έμφυλης βίας, με την ενσωμάτωση της Οδηγίας (ΕΕ) 2024/1385, και τις νέες ρυθμίσεις στον νόμο περί ενδοοικογενειακής βίας.
Αρχικά να επισημάνουμε ότι εγείρονται σοβαρά ζητήματα για τον γενικότερο τρόπο νομοθέτησης, τόσο εξαιτίας της ελάχιστης προθεσμίας που δόθηκε για διαβούλευση μέσα στην εορταστική περίοδο (24/1/2024-7/1/2025), και μάλιστα για μια τόσο σημαντική Οδηγία, όσο και για την ανυπαρξία οποιασδήποτε προηγούμενης ακρόασης των αρμόδιων φορέων, εξειδικευμένων οργανώσεων της Κοινωνίας των Πολιτών και γυναικείων οργανώσεων που υποστηρίζουν επιζώσες έμφυλης βίας, αλλά και διατομεακής συνεργασίας με συναρμόδιους δημόσιους φορείς (π.χ. Γενική Γραμματεία Ισότητας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ΚΕΘΙ, άλλα αρμόδια υπουργεία, κ.λπ.). Η διαδικασία που ακολουθήθηκε δεν αποτελεί μόνο δείγμα δημοκρατικού ελλείμματος αλλά ταυτόχρονα απομειώνει την αποτελεσματικότητα της συνολικότερης νομοθετικής πρωτοβουλίας.
Μια από τις βασικότερες μας ενστάσεις είναι ότι το σχέδιο νόμου δεν υπηρετεί τη γενικότερη φιλοσοφία και τον σκοπό της Οδηγίας, η οποία δίνει ιδιαίτερο βάρος σε ολιστικές και μακρόπνοες πολιτικές για την πρόληψη και καταπολέμηση της έμφυλης βίας, μέσα από αλληλένδετα μέτρα ευαισθητοποίησης, προστασίας των θυμάτων, πρόσβασής τους στη δικαιοσύνη, συλλογής δεδομένων, διατομεακής συνεργασίας. Αντίθετα προκρίνει αποκλειστικά την ποινική αντιμετώπιση του φαινομένου, πριμοδοτώντας κατά κύριο λόγο κατασταλτικές πρακτικές (κατ’ οίκον περιορισμός, κατάργηση αναστολής, κατ’ εξαίρεση κατάργηση του βουλεύματος κλπ) και αυστηροποίηση των ποινών.
Δυστυχώς η χώρα έχασε, σε αυτή τη φάση, την ευκαιρία να ενσωματώσει μια σειρά πολύ σημαντικών άρθρων της Οδηγίας για την καταπολέμηση της έμφυλης βίας, που δεν συμπεριλήφθηκαν στο σχέδιο νόμου: το άρθρο 48 για την αποτροπή του victim blaming εντός δικαστικών αιθουσών σε υποθέσεις σεξουαλικής βίας, το άρθρο 35 που αφορά ειδικά μέτρα για την πρόληψη του βιασμού και την προώθηση της συναίνεσης, το άρθρο 36 για την κατάρτιση των επαγγελματιών, αλλά και διάφορα άρθρα που επισημαίνουν την ανάγκη λήψης στοχευμένων μέτρων υποστήριξης τόσο για τα θύματα σεξουαλικής βίας (26), Ακρωτηριασμού Γυναικείων Γεννητικών Οργάνων (27), σεξουαλικής παρενόχλησης στην εργασία (28) όσο και για τις επιζώσες που βιώνουν πολλαπλές διακρίσεις και ανισότητες, όπως γυναίκες με αναπηρία, προσφύγισσες, μετανάστριες, ηλικιωμένες, γυναίκες με χαμηλό εισόδημα, κρατούμενες, ΛΟΑΤΚΙ (33).
Επιπλέον, από το σχέδιο νόμου παραλείπεται και αυτή τη φορά η ποινική τυποποίηση της γυναικοκτονίας, ενώ στην Οδηγία η γυναικοκτονία αναφέρεται στα εγκλήματα που εμπίπτουν στον ορισμό της βίας κατά των γυναικών (προοίμιο, σημείο 9) και υπάρχει ειδική μνεία για την ανάγκη υποστήριξης των παιδιών τους (προοίμιο, σημείο 69).
Η παράλειψη πολλών άρθρων της Οδηγίας αποστερεί από το νομοθετικό πλαίσιο της χώρας σημαντικά εργαλεία για την αντιμετώπιση του φαινομένου. Μάλιστα η ανυπαρξία αιτιολόγησης για το αν κάποιες διατάξεις που παραλείπονται καλύπτονται από την εθνική νομοθεσία πλήττει τη διαφάνεια της νομοθετικής διαδικασίας, ενώ δημιουργεί ζητήματα ορθής εφαρμογής του νόμου.
Προβλήματα εντοπίζονται και στη χρήση των όρων, στο σχέδιο νόμου. Για παράδειγμα, για την ενδοοικογενειακή βία εισάγεται ο νομικός νεολογισμός «εξ οικείων βία», χωρίς αναφορά στην ισχύουσα νομοθεσία ή διασαφήνιση του νέου όρου. Ο όρος Female Genital Mutilation αποδίδεται ως Ακρωτηριασμός Γεννητικών Οργάνων, ενώ παραλείπεται το «γυναικείων». Επιπλέον διατηρείται ο ξεπερασμένος όρος «εκμετάλλευση της γενετήσιας ζωής» αντί του ορθού «σεξουαλική εκμετάλλευση».
Η ανυπαρξία διαβούλευσης ή/και ακρόασης των εξειδικευμένων φορέων, αλλά και τα προαναφερόμενα ζητήματα, τα οποία δεν είναι μόνο νομοτεχνικά, καταδεικνύουν τις ad hoc, βιαστικές και ασυντόνιστες προσπάθειες της Πολιτείας για την αντιμετώπιση ενός σύνθετου κοινωνικού φαινομένου που απαιτεί πολυπρισματικές λύσεις, ναρκοθετώντας μάλιστα και την ίδια την εφαρμογή του προτεινόμενου νόμου.
Οι επιφυλάξεις και ανησυχίες μας αφορούν τη σοβαρότητα και νομική εγκυρότητα της απόκρισης απέναντι σε ένα φαινόμενο που έχει πάρει μεγάλες και ορατές πλέον διαστάσεις και το οποίο η συγκροτημένη Πολιτεία οφείλει να αντιμετωπίζει ολιστικά, με ολοκληρωμένες παρεμβάσεις. Άλλωστε η ποινική καταστολή και αυστηροποίηση των ποινών ως η βασική, αν όχι αποκλειστική, οδός για την προστασία των θυμάτων έμφυλης βίας, δεν μπορεί να λειτουργήσει από μόνη της αποτρεπτικά για τους δράστες και προστατευτικά για τα θύματα, όπως έχουν καταδείξει έγκυρες εγκληματολογικές έρευνες, επίσημες στατιστικές, σύγχρονες θεσμικές τάσεις της αντεγκληματικής πολιτικής που δίνουν έμφαση στον προληπτικό χαρακτήρα των μέτρων για την αντιμετώπιση της έμφυλης βίας, αλλά και η μακρά μας εμπειρία στο πεδίο υποστήριξης των επιζωσών.
Τέλος σε αυτή την τοποθέτηση δεν θα μπορούσαμε να μην λάβουμε υπόψη τις έντονες αντιρρήσεις άλλων σχετικών επαγγελματικών φορέων όπως η Συντονιστική Επιτροπή της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος που κάνουν λόγο για νέες τροποποιήσεις «που εισάγουν εξαιρετικό δίκαιο, παραβιάζουν το τεκμήριο αθωότητας, τη διάκριση των εξουσιών, την αρχή της αναλογικότητας, δημιουργούν κίνδυνο καταχρηστικής χρησιμοποίησης των προβλεπόμενων μέτρων και έρχονται σε αντίθεση ιδίως με τα άρθρα 5, 6 και 25 του Συντάγματος και 5 και 6 της ΕΣΔΑ».
Παρά την αγωνία μας για την προστασία της ζωής και της αξιοπρέπειας των επιζωσών και την ανησυχία μας για την πλημμελή κατοχύρωση των δικαιωμάτων τους και την επαναθυματοποίησή τους δεν θα θέλαμε να διολισθήσουμε σε μία προσέγγιση που παραβιάζει το δικαίωμα και των δύο μερών σε μια δίκαιη δίκη, ούτε να υποχωρήσουμε από την υπεράσπιση του κράτους δικαίου και των θεμελιωδών θεσμών και αρχών που διέπουν τον φιλελεύθερο πυρήνα του ποινικού δικαίου σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο.
Με βάση τα παραπάνω θεωρούμε ότι το σχέδιο νόμου θα πρέπει να αποσυρθεί και να κατατεθεί εκ νέου αφού προηγηθεί ουσιαστική διαβούλευση και διατομεακή συνεργασία με τους αρμόδιους δημόσιους, επιστημονικούς, επαγγελματικούς φορείς και τις οργανώσεις που υποστηρίζουν επιζώσες έμφυλης βίας».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου