![]() |
Η Χώρα στη Φολέγανδρο-Λαδοπαστέλ σε χαρτί |
Απομεσήμερο στη Φολέγανδρο
«Ο άνθρωπος κατά τον ρουν της μυστηριώδους ζωής του
Κατέλιπεν εις τους απογόνους του δείγματα πολλαπλά και
αντάξια της αθανάτου καταγωγής του»Αμοργός, Νίκος Γκάτσος
Απέναντι απλώνεται το απέραντο γαλάζιο, μέχρι να φτάσει στο βάθος του ορίζοντα, όπου συναντά το αχνό ασπρογάλανο του ανέφελου ουρανού. Η γραμμή του ορίζοντα διαγράφεται εκεί που εφάπτονται οι δύο αποχρώσεις: η μία κάτω, σκουρότερη, της θάλασσας και η άλλη πάνω, ανοιχτόχρωμη, να χρωματίζει ολόκληρο τον θόλο που σε σκεπάζει. Μπροστά σου μια βραχώδης σταχτιά πλαγιά, διάστικτη από σκληρούς φαιοκόκκινους θάμνους, κατηφορίζει ίσα στη θάλασσα. Δυο-τρεις βουλίστριες διατρέχουν σε ακανόνιστες κατευθύνσεις τη ράχη της και χάνονται, άγνωστο προς τα πού, πίσω από την καμπυλόγραμμη κορυφογραμμή της.
Στα δεξιά, προς την Ανατολή, δεσπόζει ο θηριώδης υποβλητικός βράχος της Χώρας. Θαρρείς και μια πελώρια τριγωνική αιγυπτιακή πυραμίδα φράζει σ’ εκείνο το σημείο το μπλε της θάλασσας, καταλήγοντας ψηλά με την αιχμηρή κορυφή της να τρυπάει το γαλάζιο του ουρανού. Στη νοτινή πλευρά της, σκαρφαλωμένη η εκκλησία της Παναγίας, στέκει σαν λευκή πινελιά πάνω στον γκριζωπό βραχότοπο. Ενα κάτασπρο ανηφορικό δρομάκι, ακολουθώντας μια χαρακτηριστική ζιγκ ζαγκ διαδρομή συνδέει, ως λεπτεπίλεπτος ομφάλιος λώρος, την Παναγία με τον οικισμό της Χώρας.
Ο πυκνοδομημένος ιστός του μεσαιωνικού Κάστρου και του νεότερου χωριού, που χτίστηκε αργότερα στη συνέχειά του, ένα λευκό σφιχτοδεμένο σύνολο, ξεχωρίζει με τα ασβεστωμένα ακροδώματα των σπιτιών και τους τρούλους των εκκλησιών πάνω στα κοφτερά βράχια. Ολα μαζί, το ένα δίπλα, κολλητά στο άλλο, λες και θέλουν να προστατευτούν γυρνώντας την πλάτη τους, έτσι που είναι χτισμένα, από τον δυνατό βοριά. Τότε που η αρχιτεκτονική λογάριαζε την ανάγκη πάνω από την αισθητική ή τότε που η αισθητική ήταν το αποτέλεσμα της εξυπηρέτησης μιας ανάγκης.
Μπροστά τους, λίγο χαμηλότερα, ο λόφος του Αγ. Σάββα με το μικρό λευκό ξωκκλήσι, περιτριγυρισμένος από καλοχτισμένες ξερολιθιές που φτάνουν, σαν υπερμεγέθεις κερκίδες φανταστικού θεάτρου, μέχρι κάτω στη θάλασσα. Πάνω στη ράχη του υψώματος, μια παλιά θεμωνιά από ωχροκίτρινες σχισμαδόπετρες, φαντάζει με αρχαία ακρόπολη. Από κάτω σου, στέκουν στη σειρά, γερτές προς το ένα μέρος, μερικές αγριελιές και ίσα που ακούς το θρόισμα των κλαδιών τους. Τα φύλλα τους ασημίζουν κάθε τόσο, καθώς κουνιούνται πέφτοντας πάνω τους το αεράκι. Ακόμα πιο κάτω, χαμηλά, πρασινίζουν όμορφα μέσα στο ξερό χρυσοκίτρινο τοπίο κάποιοι μεγάλοι σκίνοι που άντεξαν στη φετινή αναβροχιά.
Αριστερά, κατά τη Δύση, απλώνονται στη γραμμή, ο ένας μετά τον άλλο, οι λόφοι της Απάνω Μεριάς. Εδώ τα σπίτια είναι αραιοχτισμένα, σχηματίζοντας μικρά σύνολα, το ένα εδώ, το άλλο παρακάτω. Αυτόνομες θεμωνιές, μαζί με τα παράσπιτα, τις στέρνες, τα αλώνια κατά τόπους, τα καλντερίμια, μαζί με τα στενόμακρα χωράφια που καλλιεργούσαν κάποτε οι αγρότες, συγκροτούν μικρές γειτονιές στη σειρά, κατά μήκος του δρόμου. Αλλες οι χρείες εδώ, άλλη κι η αρχιτεκτονική. Αλλος ο τρόπος ζωής κι οι ασχολίες, άλλη και η έκφραση των χτισμάτων στον χώρο. Ο ένας οικισμός σκαρφαλωμένος κι απλωμένος πάνω στην κορυφογραμμή του νησιού, ο άλλος, της Χώρας, σφικτός, πυκνός με στενοσόκακα και τρεις μικρές συνεχόμενες πλατείες στην καρδιά του – εκεί όπου συναντιούνται όλοι οι κάτοικοί της.
Τι παράξενο! Οσο πιο παραμελημένο, ξεχασμένο κι απόμακρο ήταν ένα νησί στη χώρα μας τόσο πιο πολύ προστατεύτηκε και διατηρήθηκε η αυθεντική μορφή του τα προηγούμενα χρόνια. Η «άγονη γραμμή» θαρρείς και κράτησε ανέπαφο κι αμόλυντο το «πνεύμα του τόπου» από τον σύγχρονο πολιτισμό. Η κρατική μέριμνα ήταν και συνεχίζει να είναι ανύπαρκτη τόσο για τους ανθρώπους όσο και για τα νησιά τους.
Πενιχρά τα μέσα, φτωχοί οι άνθρωποι που έχτισαν τότε τα σπίτια τους, στη Φολέγανδρο της άγονης γραμμής. Δύσκολος και άξενος ο τόπος. Η αρχιτεκτονική έβγαινε από το υστέρημα με απίστευτους κόπους και θυσίες και με ό,τι υλικό έβρισκαν τριγύρω. Πέτρες, λιγοστά ξύλα, σχιστόπλακες, φύκια και πατημένο χώμα στο δώμα. Κι ήταν αποτέλεσμα συλλογικής προσπάθειας. Το σπίτι χτίζονταν με τη βοήθεια όλων κι ήταν σαν όλοι να ’χαν το μερτικό τους σ’ αυτό.
Σήμερα άλλαξαν οι άνθρωποι, άλλαξε κι η αρχιτεκτονική. Η Φολέγανδρος, όπως και τ’ άλλα νησιά, κινδυνεύει να πνιγεί από την τουριστική καλοκαιρινή πολυκοσμία. Το ανεμοδαρμένο ξερονήσι, άλλοτε τόπος εξορίας (ποιος θυμάται άραγε την ιστορία του;), σήμερα αποτελεί πολυδιαφημισμένο προσφιλή προορισμό διακοπών. Χρόνο τον χρόνο μετατρέπεται σ’ ένα μεγάλο ξενοδοχείο που σφύζει από ζωή το καλοκαίρι και ερημώνει επικίνδυνα τους άλλους μήνες, όταν απλώνεται παντού μια μελαγχολική εικόνα σιωπής, εγκατάλειψης και μοναξιάς.
Ανθρωποι άλλου είδους, άλλης κουλτούρας το κατοικούν και το διαφεντεύουν, αφήνοντας πλέον το δικό τους στίγμα πάνω στους προαιώνιους βράχους. Γι’ αυτούς, μοναδικός στόχος η μεγιστοποίηση του εύκολου και γρήγορου κέρδους, η αρπαχτή. Δεν νοιάζονται για τον τόπο, απλώς τον χρησιμοποιούν. Τον απομυζούν χωρίς μέτρο, με απληστία, έτσι που στο τέλος θα καταντήσει κρανίου τόπος, αβίωτος, θλιβερός, απονεκρωμένος. Αλλη μία επικερδής επιχειρηματική επένδυση σ’ ένα ακόμη «ειδυλλιακό τοπίο», θα σαρώσει ό,τι είχε μείνει ανέπαφο μέσα στους αιώνες κι έφτασε ώς εμάς σήμερα να μνημονεύει το παρελθόν. Για πότε καταφέραμε να μετατρέψουμε τους ζωντανούς τόπους σε νεκρά τουριστικά σκηνικά, είναι ν’ απορεί κανείς. Σαν να ’χασαν μονομιάς όλα εκείνα τα ζωοποιά στοιχεία που τους κρατούσαν στη ζωή. Σε λίγο καιρό φοβάμαι πως τα κυκλαδονήσια θα μοιάζουν με πελώρια παροπλισμένα κρουαζιερόπλοια, να σκουριάζουν ποντισμένα καταμεσής του Αιγαίου.
Δεν πρόκειται για έναν ρομαντικό θρήνο γι’ αυτό που χάνεται ανεπιστρεπτί, αλλά για την εφιαλτική επίγνωση ότι τα τοπία αυτά δεν θα τα αντικρίσουν και δεν θα τα βιώσουν ποτέ οι μελλοντικές γενιές. Η συνειδητοποίηση, δηλαδή, ότι με τις εγωιστικές ενέργειές μας στο παρόν, προδιαγράφουμε γι’ αυτές ένα δυσοίωνο και ζοφερό μέλλον. Μερικές φορές πρέπει να βυθιστείς βαθιά στο παρελθόν, προκειμένου να φανταστείς καθαρότερα αυτό που πρόκειται να έρθει. Σαν κατά κάποιον τρόπο μέσα στο χθες να καθρεφτίζεται το αύριο.
Προσπαθώ να διώξω τις απαισιόδοξες σκέψεις.
Μπροστά μου, μέσα από την αχλή της ατμόσφαιρας, ξεπροβάλλουν άξαφνα μαβιές σαν από θαύμα οι κορυφογραμμές της Πάρου και της Αντιπάρου, ενώ σε λίγο αχνοφαίνονται αμυδρά κι εκείνες της Νάξου. Μακρινές, στο βάθος, μοιάζουν σαν να υπερίπτανται και να αιωρούνται ανάλαφρες πάνω από τη θάλασσα. Καθώς καθαρίζει η ατμόσφαιρα, πλησιάζουν ολοένα και περισσότερο· κι όπως πέφτει λοξά ο ήλιος πάνω τους, αποκτούν πιο στέρεη οντότητα.
Νησιά του Αιγαίου, χιλιετίες τώρα, βρίσκονται, το ένα πλάι στο άλλο, «αραγμένα» στο πέλαγος. Πολιτισμοί μεγάλοι, συγκλονιστικοί, άφησαν στο παρελθόν τα χνάρια τους πάνω στους αρχέγονους τόπους. Δίπλα στα βράχια, θεμέλια αρχαίων χτισμάτων, μαρμάρινες κολόνες, σπασμένα κεραμικά όστρακα, σπαράγματα άλλων μακρινών εποχών, πιστοποιούν ότι η κατοίκηση εδώ χάνεται στα βάθη των αιώνων. Τι είναι αυτό που θα αφήσει άραγε η δική μας εποχή πάνω στο πανάρχαιο σώμα τους;
*Αρχιτέκτων-ομότιμος καθηγητής Σχολής Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου