Αν η τέχνη  αναπτύσσεται ελεύθερα μόνο εντός μιας δημοκρατικής κοινωνίας, τότε κάτι δεν πάει καθόλου καλά με τη δημοκρατία μας. Η ελληνική πολιτεία, όταν δεν λογοκρίνει άμεσα  υποκύπτει σε απειλές και αυτό «…είναι από μόνο του απειλή για τη δημοκρατία» όπως λέει η Δ. Κουτσούμπα στο ρεπορτάζ που ακολουθεί.

Η είδηση πως η διευθύντρια της  Εθνικής Πινακοθήκης απέσυρε τα έργα του Χριστόφορου Κατσαδιώτη που βανδαλίστηκαν από τον φανατικό βουλευτή της ΝΙΚΗΣ Ν. Παπαδόπουλο, προκάλεσε εύλογα αντιδράσεις που συνοδεύτηκαν με την κριτική πως η κ. Συραγώ Τσιάρα, υπέκυψε στους εκβιασμούς σκοταδιστών, λογοκρίνοντας στην πραγματικότητα τα έργα.

Το επιχείρημα της Πινακοθήκης ήταν, πως τα έργα αποσύρθηκαν για προστατευτούν  και να διασφαλιστεί η προστασία των υπαλλήλων, μετά από απειλές αγνώστων. Το ίδιο επιχείρημα είχε χρησιμοποιήσει και ο κ. Λιβαθινός όταν ως διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου το 2016, είχε «κατεβάσει» το έργο «Ισορροπία του Nash» της Πηγής Δημητρακοπούλου έχοντας απέναντι του το ίδιο το ΔΣ του Εθνικού και δεκάδες διαμαρτυρόμενους πολίτες έξω από το Rex.

Ο τότε υπ. Πολιτισμού της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ Αρ. Μπαλτάς είχε περιοριστεί στο να εκφράσει την θλίψη του.  Η  σημερινή υπ. Πολιτισμού της κυβέρνησης ΝΔ κ. Μενδώνη, δήλωσε με αφορμή τα γεγονότα της Πινακοθήκης πως «ο,τιδήποτε καταργεί την ελευθερία στην τέχνη είναι επικίνδυνο».

Και οι δύο υπουργοί θεωρητικά λοιπόν, υπερασπίστηκαν την ελευθερία στην έκφραση χωρίς να κάνουν κάτι στην πράξη όμως για να τη διαφυλάξουν. Και στις δύο περιπτώσεις, υπήρξε αναδίπλωση μόνο μετά τις αντιδράσεις των πολιτών. Στην περίπτωση του Εθνικού ανέβηκε ξανά η παράσταση – για μία μόνο φορά-  στην περίπτωση της Πινακοθήκης, ανακοινώθηκε πως η απόσυρση των έργων είναι προσωρινή.

Τι συμβαίνει στην Ελλάδα και η ελευθερία στην καλλιτεχνική έκφραση βάλλεται και με δεξιές και με αριστερές κυβερνήσεις; Γιατί ενώ η ελευθερία αυτή είναι κατοχυρωμένη συνταγματικά  έχουμε κάθε λίγο φαινόμενα λογοκρισίας αν όχι άμεσα από το ίδιο το κράτος, τουλάχιστον με την ανοχή του; Υπάρχει δυνατότητα επιπλέον θεσμικής θωράκισης της καλλιτεχνικής ελευθερίας ώστε να μη χρειάζεται να παρεμβαίνει διαρκώς η κοινωνία των πολιτών προκειμένου να διεκδικήσει τα ήδη κατοχυρωμένα δικαιώματα της;

Ο πρώην υπ. Πολιτισμού Νίκος Ξυδάκης, η σκηνοθέτρια Εύα Στεφανή και η αντιπρόεδρος του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων Δέσποινα Κουτσούμπα απαντούν στο tvxs.

Νίκος Ξυδάκης: Είναι καθήκον του υπουργείου να αντιδρά σε τέτοια φαινόμενα

Ο κ. Ξυδάκης κατά τη διάρκεια της υπουργίας του είχε υπερασπιστεί τον καλλιτέχνη ενός γκράφιτι σε τοίχο του Πολυτεχνείου, που δεχόταν κριτική.

«Είχα βγάλει ανακοίνωση υπουργική που έλεγα προσβάλλεται μεν το κτίριο, αλλά ήταν μεγάλης αξίας το έργο» λέει ο ίδιος.

Ωστόσο κατά την περίοδο της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, είχαμε την υπόθεση λογοκρισίας στο Εθνικό που προαναφέρθηκε. Γιατί δεν υπακούει το κράτος στη συνταγματική επιταγή;

«Tο πλαίσιο σε γενικές γραμμές υπάρχει, η ελευθερία στην τέχνη προστατεύεται από το σύνταγμα. Το τι κάνουν τα πρόσωπα είναι άλλη υπόθεση» λέει ο Ν. Ξυδάκης στο tvxs.

«Προσωπικά πιστεύω ότι η απόφαση να αποσυρθούν τα έργα ήταν απόλυτη ήττα της Εθνικής Πινακοθήκης. Ενώ η διευθύντρια έδρασε στην αρχή καλλιτεχνικά και σωστά, αφήνοντας στο πάτωμα τα βανδαλισμένα έργα μετά μας είπε ότι τα αποσύρει για λόγους ασφάλειας! Αν η πινακοθήκη δεν έχει ασφάλεια, αν κατεβάζεις κάθε έργο που ζητούν φανατικοί να λογοκριθεί, ποιος θα τολμήσει στο μέλλον να εκφραστεί με ελευθερία;

Στο ερώτημα τι μπορεί να γίνει θεσμικά ώστε να προστατευθεί η ελευθερία της έκφρασης ο Ν. Ξυδάκης απαντά:

«Δεν ξέρω αν έχει νόημα ένας νόμος που να πει ότι απαγορεύεται να  κατεβάσεις ένα έργο που δεν αρέσει σε κάποιους. Ο διευθυντής ενός ιδρύματος πρέπει να υπερασπιστεί το Σύνταγμα, το έργο και τον καλλιτέχνη. το έργο κρίνεται η ελευθερία είναι αδιαπραγμάτευτη. Δεν είναι δυνατόν να καθοδηγούμαστε από τον όχλο ή να   υποτασσόμαστε σε αυτόν».

Ο κ. Ξυδάκης έφερε ως παράδειγμα τη λογοκρισία στην έκθεση Outlook μια υπόθεση που οδηγήθηκε στα δικαστήρια και ήταν ο ίδιος μάρτυρας. Κατά τη διάρκεια  της Πολιτιστικής Ολυμπιάδας, στην έκθεση Outlook στην ΑΣΚΤ τον Δεκέμβριο του 2003, αποσύρεται το έργο «Asperges me» του Βέλγου Thierry de Cordier με σύμφωνη γνώμη του καλλιτεχνικού διευθυντή Χρήστου Ιωακειμίδη και με τη συναίνεση του καλλιτέχνη. Στη θέση του αναρτήθηκε ανακοίνωση σύμφωνα με την οποία «το έργο προκάλεσε έντονες αντιδράσεις ως προσβλητικό του Σταυρού».

Ο πρόεδρος του ΛΑΟΣ Γιώργος Καρατζαφέρης κατέθεσε ερώτηση στη Βουλή, ενώ ο Μιλτιάδης Εβερτ απειλούσε πως θα πάει να αποκαθηλώσει το έργο. Τελικά, το δικαστήριο αθώωσε τον επιμελητή της έκθεσης. Ο Ν. Ξυδάκης αφηγείται στο tvxs:

«Θυμίζω την περίπτωση του Οutlook.  Είχε διαμαρτυρηθεί ο Καρατζαφέρης το 2003 στην έκθεση και ο Βενιζέλος το κατέβασε. Στο δικαστήριο ήμουν μάρτυρας. Η ερωτήσεις στην αίθουσα ήταν αν ήταν έργο τέχνης το συγκεκριμένο και τι θα γινόταν αν αυτό παρουσιαζόταν στο Ιράν. Απάντησα στην έδρα το αυτονόητο, ότι δεν είμαστε στο Ιράν!

Στην Art Αθήνα πάλι είχε γίνει κάτι παρόμοιο με ένα βίντεο της Εύας της Στεφανή. Και τότε, ο κόσμος υπερασπίστηκε την καλλιτέχνιδα και την ελευθερία της έκφρασης. Αν υπάρχει μια αντίσταση, αυτή είναι από τον κόσμο».

Η δεξιά Γιαννάκου είπε όχι στον σκοταδισμό! Ο συνταγματολόγος Βενιζέλος το 2003 δεν έκανε το ίδιο

Ο Νίκος Ξυδάκης υπήρξε υπουργός πολιτισμού στα πρώτα χρόνια της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Τον ρωτώ αν συμφωνεί πως είναι υποχρέωση του υπουργείου να παίρνει θέση και να παρεμβαίνει υπέρ της ελευθερίας της έκφρασης.

«Φυσικά. Είναι σκανδαλώδης και εδώ η σιωπή του υπουργείου πολιτισμού.

Είναι  καθήκον και των προσώπων που είναι επικεφαλής των θεσμών να προασπίσουν τα έργα -που είναι παραγωγές τους εξάλλου- και να εφαρμόσουν στην πράξη τη συνταγματική επιταγή.

Φέρνω ένα άλλο παράδειγμα λογοκρισίας, όχι στην τέχνη αυτή τη φορά. ’Όταν είχε γίνει χαμός με τη Ρεπούση και την «αποβάθρα της Σμύρνης» στο βιβλίο της ιστορίας, η κυρία Γιαννάκου είχε υπερασπιστεί το βιβλίο. Ήταν εκλεγμένη και πήρε ένα ρίσκο.

Η δεξιά Γιαννάκου είπε όχι στον σκοταδισμό! Ο συνταγματολόγος Βενιζέλος το 2003 όμως, διέταξε την αποκαθήλωση του έργου και μετά τον πήγαν σε δίκη και γλίτωσε στο τσακ την καταδίκη. Γιατί η λογική του δικαστηρίου ήταν ότι δεν υπήρχε δόλος».

Εύα Στεφανή: Αν μέσα στην Εθνική Πινακοθήκη δεν μπορούν να είναι προστατευμένα τα έργα μας, που θα είναι;

Η σκηνοθέτρια Εύα Στεφανή είναι πολλαπλά στοχοποιημένη από φανατικούς κύκλους. Το πιο επεισοδιακό περιστατικό λογοκρισίας όσον αφορά έργο της έγινε τον Μάιο του 2007 όταν η αστυνομία, ύστερα από ανώνυμη καταγγελία, κατάσχεσε το έργο της «Εθνικός ύμνος» από την Art Athina και συνέλαβε τον γενικό διευθυντή της, Μιχάλη Αργυρού, για παράβαση του νόμου περί ασέμνων. Η ανώνυμη καταγγελία αποδόθηκε σε κάποιον πολιτευτή του ΛΑΟΣ, αν και την τιμή είχε διεκδικήσει τότε από την τηλεόραση ο Άδωνις Γεωργιάδης, εκπρόσωπος του κόμματος. Η κατάσχεση του έργου συνάντησε πρωτοφανή κινητοποίηση και υποστήριξη από τον καλλιτεχνικό χώρο και το έργο παρουσιάστηκε τελικά στην The Breeder.

18 χρόνια μετά, βλέπει ένα νέο της έργο να προβάλλεται στην τηλεόραση ως αιτία της μήνυσης του κόμματος ΝΙΚΗ στην Εθνική Πινακοθήκη. Πόσο προστατευμένη νιώθει την τέχνη της από το κράτος; Η καλλιτέχνιδα απαντά στο tvxs:

«H εξέλιξη των πραγμάτων με βανδαλισμούς έργων από φανατικούς με λυπεί και με θυμώνει. Το κράτος δεν μπορεί να διαφυλάξει τη στοιχειώδη ελευθερία του καλλιτέχνη. Αν μέσα στην Εθνική Πινακοθήκη δεν μπορούν να είναι προστατευμένα τα έργα μας, που θα είναι; Σε σχέση με τον τρόπο που προβάλλεται όλο αυτό μέσα από τα ΜΜΕ, σας λέω πως ήταν ένα έργο μου και το παρουσιάζουν αποσπασματικά περνώντας λάθος μηνύματα. Ακόμα κι αν ένα έργο είναι προκλητικό στα μάτια τους, δεν έχουν δικαίωμα ούτε να το βανδαλίζουν οι φανατικοί, ούτε να το τεμαχίζουν τα ΜΜΕ.

Εντύπωση προκαλεί επίσης το γεγονός ότι όλα αυτά συμβαίνουν σε μια χρονική στιγμή που η κοινωνία δονείται και διεκδικεί δικαιοσύνη και δημοκρατία.Η πολιτεία οφείλει να διαφυλάξει την ελεύθερη έκφραση και τη δημοκρατία και όχι να δικαιώνει με τις πράξεις της αυτές τις πρακτικές του μεσαίωνα».

Δέσποινα Κουτσούμπα: Το να υποκύπτει η πολιτεία σε απειλές είναι από μόνο του απειλή για τη δημοκρατία

«Το Σύνταγμα κατοχυρώνει την ελευθερία του καλλιτέχνη και αυτό είναι μια δημοκρατική κατάκτηση. Όπως κάθε δημοκρατική κατάκτηση, εξαρτάται από το πόσο το υπερασπίζεται η κοινωνία και όλοι οι πολίτες» λέει σχετικά η αντιπρόεδρος του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων Δέσποινα Κουτσούμπα.

«Η λογοκρισία στην τέχνη όπως και γενικά η λογοκρισία, δεν γίνεται από μειοψηφίες. Το κόμμα ΝΙΚΗ δεν μπορεί μόνο του να κατεβάσει τα έργα από την Πινακοθήκη. Η λογοκρισία πάντοτε γίνεται από εκείνον που κυβερνά το κράτος, άρα κατέχει και τα μέσα να επιβάλει ή να εμποδίσει την όποια λογοκρισία.

Το πραγματικό πρόβλημα που προέκυψε και με την υπόθεση του έργου της Γ. Λαλέ και με το έργο του Χ. Κατσαδιώτη, δεν είναι η αντίδραση του κόμματος ΝΙΚΗ, είναι η αντίδραση της κυβέρνησης, η οποία για πολιτικούς λόγους αισθάνεται ότι δεν θέλει να χάσει ψήφους προς τα ακροδεξιά της και δεν στέκεται κάθετα απέναντι σε αυτό το ακροατήριο αλλά το χαϊδεύει. Αυτό εξηγεί και τις παλινωδίες που βλέπουμε στην Πινακοθήκη για το αν θα επιστρέψουν ή όχι τα έργα στην έκθεση, που ούτως ή άλλως τελειώνει τον Σεπτέμβρη.

Είναι χαρακτηριστικό ότι η αιτιολογία που ακούγεται για την ασφάλεια και τα περί τηλεφωνημάτων για βόμβες, είναι πράγματα τα οποία εννοείται ότι μπορούν να αντιμετωπιστούν. Δεν θα ζούσαμε σε κράτος δικαίου αν ο καθένας μπορούσε να σταματήσει με τηλεφωνικές απειλές τη λειτουργία ενός μουσείου, μιας εφημερίδας κλπ. Είναι ζήτημα πολιτικής βούλησης».

Δεν υπάρχει ελευθερία χωρίς ανεξάρτητους οργανισμούς

Στο ερώτημα τι θα έπρεπε να κάνει η πολιτεία η Δ. Κουτσούμπα απαντά:

«Για να θωρακιστεί πραγματικά η καλλιτεχνική ελευθερία υπάρχουν κάποιες προϋποθέσεις. Πρώτη προϋπόθεση είναι οι δημόσιοι καλλιτεχνικοί οργανισμοί να είναι πραγματικά ανεξάρτητοι. Και δεν μπορούν να είναι ανεξάρτητοι όταν έχουν διορισμένα από την εκάστοτε κυβέρνηση ΔΣ και διευθυντές επιλεγμένους μόνο με απόφαση υπουργού, χωρίς κρίση ανοιχτή για τις θέσεις αυτές και χωρίς θητεία των ανθρώπων που τοποθετούνται. Χωρίς ανεξαρτησία των Διευθυντών και ανεξάρτητη επιλογή μελών των ΔΣ δεν υπάρχει ανεξαρτησία των πολιτιστικών οργανισμών.

Ακόμα όμως και για τους λίγους οργανισμούς στη χώρα που έχει γίνει κρίση κι έχουν τοποθετηθεί διευθυντές με θητεία, οπότε η θέση τους δεν εξαρτάται άμεσα από την κυβέρνηση, προκύπτει ένα άλλο θέμα. Καθώς είναι -και πρέπει να είναι- επιχορηγούμενοι από το Υπουργείο Πολιτισμού, όντως εξαρτώνται άμεσα από την εκάστοτε κυβέρνηση. Δεν υπάρχει καθορισμένος ελάχιστος προϋπολογισμός, ούτε κατοχυρωμένη χρηματοδότηση για τα προγράμματα τους και άρα ο εκάστοτε Υπουργός μπορεί, ανοίγοντας ή κλείνοντας την κάνουλα της χρηματοδότησης, να προκαλέσει ασφυξία στους οργανισμούς και ως εκ τούτου να αναγκάσει τον διευθυντή σε αναδίπλωση ή σε παραίτηση.

Όλο αυτό το ασφυκτικό πλέγμα δημιουργεί συνθήκες ουσιαστικά προληπτικής λογοκρισίας. Πολύ πριν σχεδιαστεί ένα καλλιτεχνικό πρόγραμμα, οι διευθυντές αισθάνονται την ανάγκη, πολλές φορές, να το φτιάξουν με έναν τρόπο που δεν θα ενοχλήσει την κυρίαρχη πολιτική και την εκάστοτε κυβέρνηση. Αυτό από μόνο του συνιστά απειλή για την ελευθερία του καλλιτεχνικού έργου.

Όμως οι δημόσιοι πολιτιστικοί οργανισμοί είναι αυτοί που πρέπει να πειραματίζονται, να ανεβάζουν έργα προκλητικά, πειραματικά, πρωτοπόρα, ακόμα και κάποια που μπορεί να μην πετύχουν. Η πρωτοπορία στην τέχνη ανοίγει δρόμους. Γι’ αυτό υπάρχουν οι δημόσιοι πολιτιστικοί οργανισμοί.

Στην πραγματικότητα η ελευθερία του καλλιτέχνη συμβαδίζει με την ποιότητα της δημοκρατίας μας. Κι αν σήμερα ολόκληρη η ελληνική κοινωνία φωνάζει «Δεν έχουμε οξυγόνο», δυστυχώς αυτό ισχύει και στον πολιτισμό. Είναι ζωτικής σημασίας για όλους μας όχι μόνο για τον κόσμο της τέχνης, αλλά για τη δημοκρατία της χώρας, τα έργα του Κατσαδιώτη που αποκαθηλώθηκαν με βανδαλισμό, να ξαναβρεθούν στο χώρο της έκθεσης.

Η Εθνική Πινακοθήκη πρέπει να ζητήσει τη συνδρομή του κράτους, των αρμόδιων μηχανισμών της κοινωνίας αλλά και όλων των πολιτών, να διαφυλάξουν το ύψιστο αγαθό της ανθρώπινης ελευθερίας όπως αυτό κατοχυρώνεται στο Σύνταγμα. Είναι χρέος μας και θα το κάνουμε. Δεν υπάρχουν “τεχνικά προβλήματα”. Η αστυνομία μπορεί να βρει αυτούς που απειλούν και να προχωρήσει σε νόμιμες ενέργειες, ώστε καμία απειλή να μη γίνει πράξη.

Θυμίζω ότι ο βουλευτής της ΝΙΚΗΣ έκανε την αποτρόπαια πράξη, έχοντας τη βουλευτική ασυλία που του εξασφάλιζε ότι δεν θα βρεθεί στο αυτόφωρο. Δεν νομίζω ότι υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που με φυσική παρουσία θα έκαναν τέτοια πράξη. Είναι χαρακτηριστικό ότι και το δεύτερο άτομο, αυτό που βοηθούσε τον βουλευτή εξαφανίστηκε για να γλιτώσει το αυτόφωρο.

Οι απειλές που δέχονται κατά διαστήματα θεατρικοί χώροι, δημοσιογράφοι, δημόσιες υπηρεσίες, ακόμα κι εμείς ως Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων όταν μιλούσαμε για την Αμφίπολη, ή όταν έδειραν τον συνάδελφο μας στη Μύκονο, πρέπει να αντιμετωπίζονται. Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να υποκύπτει η πολιτεία σε αυτές τις απειλές. Το να υποκύπτει είναι από μόνο του απειλή για τη δημοκρατία».

Διαμαρτυρία έξω από την Εθνική Πινακοθήκη

Κάλεσμα για συγκέντρωση διαμαρτυρίας έξω από την Εθνική Πινακοθήκη την Πέμπτη 27 Μαρτίου, στις 17.00, απευθύνει η «Πρωτοβουλία εναντίον της λογοκρισίας»

Οι διοργανωτές ζητούν, «να επανεκτεθούν αμέσως τα βανδαλισμένα έργα στην Πινακοθήκη».

Όπως αναφέρουν: «εδώ και 10 μέρες ο τοίχος της Πινακοθήκης, εκεί που ήταν τα “βλάσφημα” έργα του Χριστόφορου Κατσαδιώτη, χάσκει κενός. Κάθε μέρα που περνάει έτσι αποτελεί μια έμπρακτη επιβράβευση της επίθεσης του βάνδαλου ακροδεξιού βουλευτή. Ο ακροδεξιός σκοταδισμός και ο φόβος δεν πρέπει να νικήσουν. Τα έργα πρέπει να επανέλθουν αμέσως».

«Δυστυχώς, η αόριστη διατύπωση της Πινακοθήκης “εξετάζονται με τη συμβολή ειδικών οι όροι και οι προϋποθέσεις της ασφαλούς επανέκθεσής τους” δεν εγγυάται τίποτα, με όσο καλή διάθεση και να τη διαβάσει κανείς. Αντίθετα, δημιουργεί τον φόβο ότι το θέμα μπορεί να παραπεμφθεί στις (ελληνικές βεβαίως) καλένδες και τα έργα να μην επανεκτεθούν ποτέ» προστίθεται στην ανακοίνωση.