
Για πρώτη φορά στα χρονικά καταγράφεται και μάλιστα δημοσίως πολλαπλή σύγκρουση στον χώρο της Δικαιοσύνης ανάμεσα στην ηγεσία του Αρείου Πάγου, τους εισαγγελείς και όλους τους Δικηγορικούς Συλλόγους της χώρας.
Αφορμή για τη νέα πολυμέτωπη σύγκρουση ήταν η νέα παρέμβαση της προέδρου του Αρείου Πάγου, Ιωάννας Κλάπα, η οποία ζήτησε τη διενέργεια πειθαρχικού ελέγχου για την ανακρίτρια και την εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Ρόδου επειδή άφησαν ελεύθερους με περιοριστικούς όρους τους κατηγορούμενους για εγκληματική οργάνωση στην υπόθεση της πολεοδομίας Ρόδου. Πρόκειται για δημοσίους υπαλλήλους αλλά και ελεύθερους επαγγελματίες που σύμφωνα με το κατηγορητήριο ένας χιλιάδων ευρώ «τακτοποιούσαν» αυθαίρετα και εξέδιδαν πλαστές οικοδομικές άδειες.
Η παραγγελία για πειθαρχικό έλεγχο της προέδρου του Αρείου Πάγου, η οποία να σημειωθεί ότι τον Ιούνιο αποχωρεί από το δικαστικό σώμα, προκάλεσε την δημόσια έκρηξη οργής από την Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος (ΕΕΕ) αλλά και από τη Συντονιστική Επιτροπή της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος.
Οι σκληρές ανακοινώσεις που είδαν το φως της δημοσιότητας δεν έμειναν αναπάντητες από τον Άρειο Πάγο που απάντησε σε υψηλούς τόνους ρίχνοντας λάδι στη φωτιά.
Η επίθεση της ΕΕΕ στην πρόεδρο του Αρείου Πάγου
Το πρώτο κτύπημα στην Ιωάννα Κλάπα έδωσαν οι εισαγγελείς μέσω της ΕΕΕ (Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος) με μια σκληρή ανακοίνωση και κατηγορίες περί επίθεσης στη συνταγματικά κατοχυρωμένη ανεξαρτησία των δικαστικών λειτουργών. Στην ανακοίνωση επισημαίνεται ότι:
«Από τις διατάξεις των άρθρων 87-92 του Συντάγματος προκύπτει ότι οι εισαγγελείς απολαμβάνουν λειτουργικής ανεξαρτησίας, η οποία ενισχύεται και από τη διάταξη του άρθρου 23 παρ. 3 του του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών, που ρυθμίζει τα σχετικά με τα όργανα άσκησης εποπτείας στα δικαστήρια και το περιεχόμενό της, σύμφωνα με την οποία οποιαδήποτε οδηγία, σύσταση ή υπόδειξη σε δικαστικό λειτουργό για ουσιαστικό ή δικονομικό θέμα σε συγκεκριμένη υπόθεση ή κατηγορία υποθέσεων είναι ανεπίτρεπτη, αλλά και από τη διάταξη του άρθρου 28 παρ. 4 εδ. γ’ του ως άνω Κώδικα, η οποία ρητώς ορίζει ότι ο εισαγγελικός λειτουργός κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του και την έκφραση της γνώμης του ενεργεί αδέσμευτα, υπακούοντας στον νόμο και στη συνείδησή του».Η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος αναφέρει ακόμα ότι«σε κάθε περίπτωση, η παραγγελία της άσκησης πειθαρχικού ελέγχου για δικαιοδοτική κρίση δικαστικού λειτουργού και η ευρεία γνωστοποίησή της πλήττει τη συνταγματικά κατοχυρωμένη λειτουργική και προσωπική ανεξαρτησία των δικαστικών λειτουργών και τελικά βλάπτει την απονομή της ποινικής δικαιοσύνης και την ίδια τη δημοκρατία, θέτοντας υπό διαρκή αμφισβήτηση τον θεσμό και τροφοδοτώντας την κακόβουλη και απαξιωτική συζήτηση περί δήθεν αδυναμίας και ανεπάρκειας των λειτουργών της».
Εν ολίγοις η ΕΕΕ κατηγορεί την πρόεδρο του Αρείου Πάγου ότι με την νέα παρέμβασή της καταστρατηγεί τον συνταγματικά κατοχυρωμένο ρόλο των εισαγγελέων, βλάπτει τη δικαιοσύνη και ρίχνει λάδι στη φωτιά της αμφισβήτησης που έχει ξεσπάσει για την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης και την ανεπάρκεια δικαστών και εισαγγελέων.
Η επίθεση από τους Δικηγορικούς Συλλόγους
Σε ιδιαίτερα υψηλούς τόνους κατά της ηγεσίας της δικαιοσύνης τοποθετήθηκε και η Συντονιστική Επιτροπή της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος, η οποία σήμερα (27/3) αναμένεται να συνεδριάσει προκειμένου να αποφασίσει «για περαιτέρω αντιδράσεις απέναντι στις συμπεριφορές της ηγεσίας του Αρείου Πάγου».
Οι Δικηγορικοί Σύλλογοι της χώρας επισημαίνουν ότι «οι επίμονες και συχνές το τελευταίο χρονικό διάστημα παρεμβάσεις της ηγεσίας του Αρείου Πάγου στο δικαιοδοτικό έργο των δικαστών υπονομεύουν το κύρος της Δικαιοσύνης και το Κράτος Δικαίου».
Παράλληλα, κάνουν λόγο για ακόμα ένα βήμα «οπισθοδρόμησης για την έννομη τάξη μας», καθώς η εντολή της Ιωάννας Κλάπα για πειθαρχικό έλεγχο των δικαστικών λειτουργών στην υπόθεση της Πολεοδομίας Ρόδου, δόθηκε επειδή δεν διέταξαν την προσωρινή κράτηση των κατηγορουμένων.
Στην ανακοίνωση καταγγέλλεται ότι η ηγεσία του Αρείου Πάγου επιχειρεί συστηματικά «να ποδηγετήσει το δικαιοδοτικό έργο των δικαστών, υπό τη δαμόκλειο σπάθη του πειθαρχικού ελέγχου».
Οι Δικηγορικοί Σύλλογοι της χώρας κάνουν λόγο για συστηματικές παρεμβάσεις στο έργο της δικαιοσύνης από την ηγεσία του Αρείου Πάγου η οποία παραβιάζει τα άρθρα 8 και 87 του συντάγματος, τα οποία αφορούν την κατοχυρωμένη αρχή του φυσικού δικαστή και την κατοχυρωμένη προσωπική και λειτουργική ανεξαρτησία των δικαστών.
Μάλιστα, στην ανακοίνωση γίνεται αναφορά στις απολύτως αρνητικές γνώμες που έχουν οι πολίτες στις μετρήσεις κοινής γνώμης και επισημαίνεται ότι δεν αποτελεί έκπληξη.
Οι Δικηγορικοί Σύλλογοι της χώρας στην επίθεσή τους προς την ηγεσία του Αρείου Πάγου, αναφέρουν ακόμα ότι εάν πρόθεση είναι να καταργηθεί η ανεξάρτητη δικαστική κρίση, «τότε ίσως θα ήταν πιο έντιμο να προτείνει στο πλαίσιο της επικείμενης συνταγματικής αναθεώρησης, όσες υποθέσεις απασχολούν την κοινή γνώμη να μη δικάζονται από το φυσικό τους δικαστή, αλλά απευθείας, σε πρώτο και τελευταίο βαθμό από την ηγεσία του Αρείου Πάγου, προφανώς ανάλογα με την υποκειμενική της αντίληψη για τις κοινωνικοπολιτικές συνθήκες και το κοινό περί δικαίου αίσθημα».
Η απάντηση του Αρείου Πάγου
Η ηγεσία του ανώτατου δικαστηρίου έσπευσε να απαντήσει στους εισαγγελείς μέσω ανακοίνωσης του εκπροσώπου Τύπου του Άρειου Πάγου, αρεοπαγίτη Παναγιώτη Λυμπερόπουλου.
Η ανακοίνωση – απάντηση στην ΕΕΕ αναφέρει ότι: «Πρέπει να καταστεί σαφές προς κάθε κατεύθυνση ότι η ελευθερία της γνώμης κάθε δικαστή και εισαγγελέα κατά την άσκηση των καθηκόντων του, ανεξαρτήτως βαθμού, είναι θεμελιώδες στοιχείο της προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας του, η οποία όμως δεν μπορεί και δεν πρέπει να συγχέεται με το ανέλεγκτο».
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο αρεοπαγίτης Παναγιώτης Λυμπερόπουλος στην απάντησή του προς τους εισαγγελείς επικαλείται το άρθρο 23 του νόμου 439/2022, το οποίο αναφέρεται στο πλαίσιο της ασκήσεως των καθηκόντων της προέδρου του Αρείου Πάγου περί εποπτείας των πολιτικών και ποινικών δικαστηρίων της χώρας και αποφεύγει να απαντήσει στις κατηγορίες της ΕΕΕ περί καταπάτησης του συντάγματος που κατοχυρώνει την ανεξαρτησία των εισαγγελικών λειτουργών.
- Αντίδραση, στην προαναφερόμενη παραγγελία για πειθαρχικό έλεγχο από την πρόεδρο του Αρείου Πάγου, υπήρξε και από την Ένωση Δικαστών & Εισαγγελέων:
ΕΝΩΣΗ
ΔΙΚΑΣΤΩΝ & ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΩΝ
ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΚΤΙΡΙΟ 6 –ΓΡΑΦΕΙΟ 210
ΤΗΛ: 213 215 6114-FAX 210 88 41 529
Τ.Κ. 101. 71
e- mail: endikeis@otenet.gr
Αθήνα, 26-03-2025
Αρ. Πρωτ.: 148
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Και πάλι για την ουσιαστική κρίση ανακριτή και εισαγγελέα…
Με αφορμή δημοσιεύματα του χθεσινού Τύπου σύμφωνα με τα οποία διατάχθηκε πειθαρχικός έλεγχος ανακριτή και εισαγγελέα από την Πρόεδρο του Αρείου Πάγου, σχετιζόμενος με την ουσιαστική τους κρίση ως προς την επιβολή μέτρων δικονομικού καταναγκασμού σε υπόθεση νησιωτικού Πρωτοδικείου, φαίνεται ότι είναι αναγκαίο να επαναλάβουμε ότι κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 109παρ.4 του ΚΟΔΚΔΛ δεν αποτελεί πειθαρχικό παράπτωμα για το δικαστικό λειτουργό «…η κρίση που εκφέρει κατά την άσκηση των καθηκόντων του…». Με τη διάταξη αυτή, η οποία μαζί με τα άρθρα 87 παρ.1 του Συντάγματος και άρθρο 7 παρ. 1 της Παγκόσμιας Χάρτας του Δικαστή συμπληρώνουν το πλέγμα ρυθμίσεων που έχουν τεθεί για την προστασία της προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας των δικαστικών λειτουργών, διασφαλίζεται ότι η αιτιολογημένη ουσιαστική τους κρίση, όπως αυτή που αφορά την επιβολή ή όχι προσωρινής κράτησης, είναι ελεύθερη, ώστε να διαμορφώνεται μόνο από τα στοιχεία της δικογραφίας, το νόμο και τη συνείδησή τους, χωρίς τον κίνδυνο επιβολής οποιασδήποτε κύρωσης, καθώς η αξίωση της έννομης τάξης για σεβασμό των δικαστικών κρίσεων, αφορά εξίσου τα όργανα της δικαστικής, της νομοθετικής και της εκτελεστικής εξουσίας.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, όπως στα ίδια τα δημοσιεύματα καταγράφεται, οι κατηγορούμενοι είχαν γνωστή διαμονή στη χώρα και δεν προέκυψε σκοπός φυγής τους. Επιπλέον, με βάση τα συγκεκριμένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των πράξεων για τις οποίες κατηγορούνται, λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι είχαν λευκό ποινικό μητρώο και ότι η υπηρεσιακή ιδιότητα όσων εξ αυτών είχαν την ιδιότητα του υπαλλήλου ανεστάλη άμεσα με απόφαση δημάρχου, κρίθηκε αιτιολογημένα ότι δεν είναι πιθανό να διαπράξουν άλλα εγκλήματα στο μέλλον και ως εκ τούτου η επιβολή των περιοριστικών όρων: α) της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα, β) της εμφάνισης στο Α.Τ. του τόπου κατοικίας τους και γ) της καταβολής χρηματικών εγγυήσεων που κυμάνθηκαν καθ΄ έκαστον από το ποσό των 20.000 ευρώ έως των 100.000 ευρώ, αρκούν για την υλοποίηση των σκοπών της ποινικής δίκης.
Θυμίζουμε δε, ότι η προσωρινή κράτηση επιβάλλεται κατ’ εξαίρεση σε κατηγορούμενο για κακούργημα, όχι ως προκαταβολική ποινή, αλλά μόνο ως μέσο διασφάλισης της παρουσίας του στο δικαστήριο ή αποτροπής τέλεσης νέων εγκλημάτων, εφόσον κρίνεται αιτιολογημένα ότι τα λοιπά μέτρα δικονομικού καταναγκασμού και ιδίως η απαγόρευση εξόδου από τη χώρα, η καταβολή χρηματικής εγγύησης ή η υποχρέωση σταθερής εμφάνισης ενώπιον της αστυνομικής αρχής, στα οποία δίνεται εκ του νόμου προτεραιότητα, δεν επαρκούν. Πρόκειται δε για εξατομικευμένη κρίση, που αφορά την κάθε υπόθεση ξεχωριστά, υπηρετεί αποκλειστικά τους δικονομικούς σκοπούς της ποινικής δίκης και δεν μπορεί να εντάσσεται, ούτε να συγχέεται με τον παραδειγματικό χαρακτήρα μηνυμάτων περί επιβολής της «νομιμότητας», που πρόσφατα είδαμε να εκπέμπονται από την εκτελεστική εξουσία.
Σήμερα περισσότερο από ποτέ, στεκόμαστε στο πλευρό των συγκεκριμένων συναδέλφων, όπως και κάθε συναδέλφου που με προσωπικό κόστος, επιστημονική σπουδή και αιτιολογημένη κρίση, υλοποιεί καθημερινά στην πράξη την δικαστική ανεξαρτησία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου